Γ.Π. Μαλούχος, Η πιο σωστή στιγμή για να πεθάνεις, εκδ. Πατάκη 2023

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα

Το λογοτεχνικό δοκίμιο Η πιο σωστή στιγμή για να πεθάνεις του Γ.Π Μαλούχου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη σε επιμέλεια Γιώργου Ανδρικόπουλου.

Η πιο σωστή στιγμή για να πεθάνεις… παρότι ο τίτλος δεν λήγει με ερωτηματικό, άθελα σου τον διαβάζεις και τον εκλαμβάνεις σαν ερώτηση, συλλογίζεσαι για λίγο και τελικά πείθεσαι να αγοράσεις το βιβλίο. «Μωρέ λες να ’χει την απάντηση που δεν είχε ποτέ άλλος κανείς;», σκέφτεσαι πονηρά, «Ο θάνατος είναι ούτως ή άλλως αναπόφευκτος οπότε ίσως μάθω κάτι παραπάνω προτού πεθάνω. Στη χειρότερη θα ‘χω κάτι να συζητήσω μαζί του…»

Ωραιότατος τίτλος κι εφαλτήριο για να μας πει ο συγγραφέας ότι: «Κοίτα, δεν γνωρίζουμε τίποτα για τον θάνατο, ούτε για τη μεταθανάτια ζωή και το μυστικό είναι ότι δεν θα μάθουμε ποτέ.»

Αυτό τώρα είναι καινούριο, θα πείτε. Όχι, είναι όμως μια ωραιότατη υπενθύμιση ενός γεγονότος που συνειδητά βάζουμε στο περιθώριο… Ο κ. Μαλούχος γράφει στρωτά, απλά, σαν να κάθεται απέναντι σου ενώ συνομιλείτε με μια κούπα καφέ ή ένα ποτήρι ουίσκι στο χέρι. Δεν παριστάνει τον φιλόσοφο, τον βαθιά σκεπτόμενο, τον διανοούμενο. Αντ’αυτού μέσα σε λίγες σελίδες επιτυγχάνει να παραθέσει πληροφορίες και γνώσεις χωρίς περιττούς συναισθηματισμούς, ωθώντας τον αναγνώστη να αναρωτηθεί, να σκεφτεί, να αντιταχθεί στον συγγραφέα και στον ίδιο του τον εαυτό.

Κάπου στη μέση καταπιάνεται με τα βιώματά του, με τη μουσική, με τον Μπαχ. Μεγάλο πράγμα η συνειδητότητα, ομολογεί, να ξέρουμε ποιοι είμαστε, τι θέλουμε και τι όχι. Μεγάλα –και συχνά άπιαστα– όνειρα αυτά διότι είμαστε «βόιδια»! (εδώ συμφωνώ). «Βόιδια» με την έννοια ότι δεν έχουμε καμιά συνειδητότητα, ότι κινούμαστε στα τυφλά, ότι κοιτάζουμε την πάρτη μας – εν ολίγοις καμία σχέση με τα βοοειδή που είναι εξαιρετικά τετράποδα.

Κι αφού κάνει αυτήν την «παρένθεση», καταπιάνεται με τον χρόνο ο οποίος δεν θα υπήρχε όπως τον ξέρουμε δίχως τον θάνατο. Μπορεί να υπήρχε αλλιώς, μπορεί και καθόλου, μπορεί μύρια πράγματα… η ουσία είναι ότι ο θάνατος υπάρχει.

Το άλλο εξαιρετικά σπουδαίο είναι ότι υπάρχει ζωή κι εμείς την αγνοούμε επιδεικτικά. Δεν χαρίζει κάστανα εδώ: «Φίλε, όταν περνάς το κόκκινο δεν έχεις συνείδηση, είσαι ένας δολοφόνος που αυτή τη φορά τυχαία αστόχησε κι όχι μόνο δεν έχεις τα φόντα να σκέπτεσαι τα τι, πως και γιατί του θανάτου αλλά είσαι και εν τέλει ανίκανος να ξέρεις τι είναι η ζωή:  η ζωή του άλλου απ’ την οποία εξαρτάται κι η δική σου ως ον που αλληλοεπιδρά και συν-βιώνει.»

Τι τη θες βρε άνθρωπε την αθανασία όταν είσαι αποδεδειγμένα ανίκανος να ζήσεις; Δηλαδή, τι θα την κάνεις; Εδώ δεν την ήθελαν τόσοι σοφοί που τέλος πάντων κάπως θα την αξιοποιούσαν, και τη θέλεις εσύ; Είναι λίγο αστείο.

Τελικά να το διαβάσω ή όχι το βιβλίο; Αν δεν θέλετε να διαβάσετε Χάιντεγκερ κι Επίκτητο και άλλους τέτοιους περιέργους τύπους, ή να ακούσετε Μπαχ, Μπετόβεν και διάφορες μουσικές διάνοιες, τότε ναι διαβάστε το. Δείτε το σαν μια εισαγωγή, όχι στον θάνατο, αλλά στη ζωή που τη ζούμε στραβά και άτσαλα, δίχως σκέψη και σκοπό.

Ποια είναι, λοιπόν, η πιο κατάλληλη στιγμή για να πεθάνεις και ποια η πιο ακατάλληλη; Αν είμαστε ειλικρινείς, στο πρώτο ερώτημα θα απαντήσουμε «Καμία!» και στο δεύτερο «Όλες!».

Δεν δίνουμε κανένα περιθώριο στον θάνατο!  Εξ ου και δεν μας ρωτάει… Αλλά υπολογίζουμε χωρίς τον ξενοδόχο διότι για τον θάνατο όλες οι στιγμές είναι κατάλληλες –το έχετε διαπιστώσει  φαντάζομαι– μόνο που επειδή δεν μας βολεύει δεν εννοούμε να το καταλάβουμε. Κι αυτή η έλλειψη νόησης μας στερεί τη ζωή με αποτέλεσμα να πεθαίνουμε αργά-αργά, λίγο-λίγο κάθε μέρα.

Συντάκτης: Μάριαμ Συρεγγέλα,

Influence:

Έχει σπουδάσει ψυχολογία με μεταπτυχιακές σπουδές στο Illinois Institute of Technology (USA) και Surrey University (UK). Έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα και στο Ιράν…