Στέκουν αγέρωχα και μας ατενίζουν από ψηλά. Δημιουργήματα του ανθρώπου που ξεπερνούν τα όρια της φαντασίας. Ίσως ξεπερνούν και τα …
Το σύνδρομο της χαμένης Καρυάτιδας
Προσφάτως, στην ημερήσια διάταξη της 22ης Συνόδου της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Xώρες Προέλευσης (ICPRCP) πέραν της Σύστασης (Recommentation), που υιοθετείται συνήθως, ψηφίστηκε ομόφωνα ένα επιπλέον κείμενο που είναι Απόφαση (Decision 22 COM 17), αναφορικά με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η εν λόγω ενέργεια σύμφωνα με την Ειρήνη Σταματούδη, καθηγήτρια Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Πολιτιστικής Κληρονομιάς στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, γεννά ελπίδες για τον επαναπατρισμό των γλυπτών. Η ελπιδοφόρα αυτή έκβαση, έρχεται να θέσει τους σύγχρονους Έλληνες ενώπιον ενός σημαντικού ερωτήματος: Υπάρχει πράγματι κενό από την απώλεια των Γλυπτών ή μήπως πάσχουμε από το σύνδρομο της χαμένης Καρυάτιδας;
Η ιστορία πίσω από τις Καρυάτιδες
Προτού πραγματοποιηθεί η εξήγηση του όρου «το σύνδρομο της χαμένης Καρυάτιδας», είναι σκόπιμο να γίνει μία σύντομη αναφορά στην ιστορία τους.
Οι Καρυάτιδες, στήριζαν την οροφή του Ερέχθειου και ήταν στραμμένες προς την ιερά οδό, όπου περνούσε η πομπή των Παναθηναίων, σαν να ήταν μέλη κι αυτές της πομπής που βάδιζε σε τέλειο συγχρονισμό. Το 1803, ο κίονας της ΒΑ γωνίας του ναού και μία από τις Καρυάτιδες (Κόρη C), αποσπάστηκαν από τον λόρδο Elgin. Η αρπαγή έκανε τόση αίσθηση στον υποδουλωμένο αθηναϊκό λαό, που έλεγαν ότι τις νύχτες ακουγόταν ο θρήνος των υπολοίπων για την χαμένη τους αδερφή. Κι εδώ προκύπτει το ερώτημα: Αν τα αγάλματα μιλούν και θρηνούν, οι σύγχρονοι Έλληνες μπορούμε να τα ακούσουμε;
Πράγματι, στο σύγχρονο μουσείο της Ακρόπολης στο σημείο έκθεσης των Καρυάτιδων, υπάρχει μια κενή θέση της Κόρης που εκτίθεται στο Βρετανικό μουσείο, θυμίζοντας συμβολικά την απώλεια του πολιτισμικού αυτού κομματιού.
Λειτουργούμε, λοιπόν, με σύμβολα. Τα έχουμε ακόμα ανάγκη ως ενδείξεις της πολιτιστικής μας ταυτότητας. Τα διεκδικούμε. Τα αισθανόμαστε όμως; Η σχέση με το παρελθόν έχει τρόπους να συμβολίζεται, αλλά παράλληλα επιζητά να γίνει βίωμα. Η ανθρώπινη σκέψη, που κρύβεται πίσω από τα δημιουργήματα αυτά τέχνης, διεκδικεί την αναγνώρισή της ως στοιχείο του μεγαλείου του παρελθόντος, αλλά και τη συνέχειά της ως στοιχείο διαχρονικότητας.
Η σύγχρονη εποχή, το συνεχές κυνήγι της επιτυχίας και η σύνδεση με το παρελθόν
Στη σύγχρονη εποχή, οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα. Ένα διαρκές κυνήγι επιτυχίας και καταναλωτικών αγαθών. Ο σύγχρονος άνθρωπος, σαν ένας άλλος Σίσυφος, ρίχνεται καθημερινά σ’ έναν ατέρμονο αγώνα για μια επιτυχία συνυφασμένη με την ύλη ή τουλάχιστον το κοινωνικό κύρος. Η προβολή του τι κατέχουμε, είτε είναι αντικείμενο, είτε δημοφιλία, είναι απαραίτητη, αλλιώς φυσικά δεν μπορούμε να αποδείξουμε ότι είμαστε πράγματι επιτυχημένοι. Κι ύστερα, στο ζήτημα της πολιτιστικής ταυτότητας, ποιά σύνδεση διατηρούμε με τον αρχαίο πολιτισμό; Πόσο συχνά επιδιώκουμε να πηγαίνουμε για επανασύνδεση σε κάποιο μουσείο και όχι κάποιου άλλου είδους διασκέδαση; Πόση ενέργεια μας απομένει για να αφιερωθεί στην ανάμνηση ενός πολιτισμού και στην διαιώνισή του μέσα από τη δημιουρία νέων συμβόλων;
Το σύνδρομο χαμένης Καρυάτιδας και η επεξήγησή του
Επιθυμούμε, βέβαια, -και πολύ ορθώς- να επιστρέψει η χαμένη Καρυάτιδα πίσω στο ποδίον (βάση) της, να καλύψει την εικόνα της απώλειας κι έτσι να νικηθεί το πολιτισμικό κενό. Αρκεί, ωστόσο, μια θέση σε ένα μουσείο για τη διαφύλαξη ενός πολιτισμού, είναι αυτή ο μόνος κίνδυνος φθοράς της πολιτισμικής μας ταυτότητας; Πάσχουμε, επομένως, από το σύνδρομο της χαμένης Καρυάτιδας, δηλαδή μας λείπει το κομμάτι μιας εικόνας που χαλάει τη φαντασίωση ότι ακόμα δεν έχουμε χάσει τη σύνδεσή μας με το παρελθόν.
Σκληρή διαπίστωση. Ίσως δυσάρεστη. Όχι, όμως, μη αναστρέψιμη. Αρκεί να ακούσουμε τα αγάλματα που θρηνούν κι ο θρήνος τους να γίνει και δικό μας βίωμα. Οποιαδήποτε επιστροφή θα πρέπει να συνοδεύεται από μια αυθεντική συγκίνηση, όχι επειδή έτσι «είθισται» σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά επειδή το πολιτισμικό κενό μας δεν υπήρξε ποτέ. Ας θυμηθούμε για το τέλος τα λόγια του Γ. Σεφέρη στο ποίημα του «Ο ηδονικός ελπήνωρ»:
— Τ’ αγάλματά ειναι στο μουσείο.
Καληνύχτα.
— …γιατί τ’ αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια,
είμαστε εμείς.