Το τζιν παντελόνι σηματοδοτεί την κουλτούρα των τελευταίων εκατόν σαράντα χρόνων και πιθανώς και περισσότερο από όσο πιστεύουμε. Τα πρώτα …
Το καραβόπανο που έγινε το σύμβολο μιας εποχής
Ο σχεδιαστής μόδας Υβ Σεν Λοράν έχει δηλώσει «Θα ήθελα να έχω εφεύρει το τζιν: είναι το πιο θεαματικό, το πιο πρακτικό, το πιο άνετο και ανέμελο ρούχο. Έχει εκφραστικότητα, είναι ταπεινό, έχει σεξ απίλ, είναι απλό. Είναι και έχει όλα όσα ήθελα πάντα από τα ρούχα μου».
Τα λόγια του φαίνεται να χαρακτηρίζουν απόλυτα αυτό το βολικό, ευκολοφόρετο και άνετο ύφασμα, που από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα αποτέλεσε το ρούχο της νεολαίας και λειτούργησε ως ένα σύμβολο, ένα ένδυμα αντικομφορμισμού, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Το 1970, θα γίνει η νέα πρόταση στις πασαρέλες του Παρισιού, από τον ίδιο τον Υβ Σεν Λοράν.
Ποια ντουλάπα δεν έχει έστω και ένα τζιν ρούχο;
Είναι το ένα εκείνο ύφασμα που έχουμε όλες και όλοι στην ντουλάπα μας, σε κάποιες από τις πολλές παραλλαγές του. Στενό, boyfriend, καμπάνα, μπλε, μαύρο, λευκό, το τζιν είναι το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό όταν δεν ξέρουμε τι να φορέσουμε, και απλά ψάχνουμε κάτι βολικό και κομψό. Μπορεί να συνδυαστεί με τα πάντα, είναι ανθεκτικό και ποτέ δεν φεύγει από τη «μόδα».
Η ιστορία του τζιν
Τι συμβαίνει όμως με αυτό το σκληρό ύφασμα και ποτέ δεν φθίνει η δημοτικότητα και η χρηστικότητά του; Πώς από στολή εργασίας, έγινε το νούμερο ένα ρούχο και εξαπλώθηκε η χρήση και η διάδοσή του;
Η ονομασία τζιν, προέρχεται από τη λέξη «τζένοαν», ονομασία που συνδέεται με τη γενοβέζικη καταγωγή του «δημιουργού» του υφάσματος, Λιβάι Στρός, στη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα.
Αυτό το σκληρό ύφασμα, σε μια πρώιμη μορφή του, θεωρείται ότι χρησιμοποιούνταν ως καραβόπανο στα πλοία του Χριστόφορου Κολόμβου, όταν το 1492 ταξίδεψε στον Νέο Κόσμο.
Το 1850, ο Βαυαρός Λιβάι Στρός, (Levi Strauss), πουλάει στην Καλιφόρνια αυτά τα καραβόπανα, για να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή σκηνών για τα σκεπαστούν τα βαγόνια των ανθρακωρύχων.
Ωστόσο, αυτό που χρειάζονταν οι ανθρακωρύχοι ήταν ρούχα ανθεκτικά, να αντέχουν στις συνθήκες εργασίας τους, γεγονός που οδηγεί τον Λιβάι Στρός να χρησιμοποιήσει το ίδιο ύφασμα για να φτιάξει παντελόνια.
Τα παντελόνια όμως που έφτιαχνε, ιδρύοντας το 1853, την εταιρεία Levi Strauss & Co, ήταν από αρκετά σκληρό ύφασμα, και σκίζονταν εύκολα, δύο χαρακτηριστικά για τα οποία παραπονιούνταν οι ανθρακωρύχοι.
Το γεγονός αυτό τον οδηγεί, στην αντικατάσταση του υφάσματος του τζιν, με το λεγόμενο “Serge de Nimes”, το γαλλικό βαμβακερό, που συνδέεται με την γαλλική πόλη Nimes.
Το χαρακτηριστικό μπλε χρώμα του τζιν, δεν ήταν το αρχικό του. Η πρώτη του απόχρωση ήταν μπεζ, όμως επειδή λέρωνε πολύ, το 1860, το κατεξοχήν χρώμα του γίνεται το μπλε.
Σταδιακά, λοιπόν, βλέπουμε να παίρνει σάρκα και οστά το γνωστό μπλε ντένιμ που γνωρίζουμε και χρησιμοποιούμε, το οποίο ξεκίνησε ως μια στολή εργασίας, συνδεδεμένη με τους ανθρακωρύχους και τους καουμπόι. Όμως σταδιακά και κυρίως από τη δεκαετία του ’50, έγινε ένα σύμβολο επανάστασης και αλλαγής.
Η παρουσία του τζιν στον κινηματογράφο, και συγκεκριμένα στα Γουέστερν, προωθούν την εικόνα του «μάτσο» άντρα, ενός αρρενωπού κυρίαρχου αρσενικού, ενώ μερικά χρόνια αργότερα (1955) ο Τζέιμς Ντιν, και η ταινία «Επαναστάτης χωρίς αιτία», εξυμνούν την εικόνα, του νεαρού «ρέμπελου» επαναστάτη, με το μπλε τζιν, το λευκό φανελάκι και το δερμάτινο μπουφάν . Η ενδυμασία του αυτή, συνδέθηκε με έναν νέο, που αψηφά τους κοινωνικούς περιορισμούς, αμφισβητεί τις υφιστάμενες νόρμες, και αναζητά κάτι άλλο, πέρα από αυτό που διεκδίκησαν οι προηγούμενες γενιές.
Η εύκολη χρήση του τζιν, η άνετη εφαρμογή του, και το γεγονός ότι διέγραφε όλο το σώμα, αποτελούν μερικά από τα «επαναστατικά όπλα» του για την εποχή, αφού έγινε το σύμβολο μιας γενιάς, που είχε σκοπό να «ταράξει» την καθεστηκυία τάξη, να καταναλώσει ότι δεν κατανάλωσαν οι γονείς τους και να «ταράξει» τα δεδομένα.