Η Σχολή των Αθηνών – Συνύπαρξη της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας με τη Θρησκεία
Η τοιχογραφία του Ραφαήλ “Η Σχολή των Αθηνών” θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα των Μουσείων του Βατικανού χάρη στη σημασία της, το τέλειο καλλιτεχνικό ύφος, τις αλληγορίες και την ιστορία της
Η Stanzadella Segnatura, που βρίσκεται στα Μουσεία του Βατικανού, είναι το δωμάτιο που προοριζόταν για βιβλιοθήκη του Πάπα Ιουλίου Β’. Τελικά όμως, έγινε η αίθουσα υπογραφής συνθηκών, στην οποία λάμβαναν χώρα και διάφορες άλλες νομικές διαδικασίες. Όλες οι τοιχογραφίες που στολίζουν την αίθουσα είναι σχεδιασμένες από το Ραφαήλ. Μια από αυτές είναι και «Η Σχολή των Αθηνών» που συμβολίζει επιτυχώς ένα από τα τέσσερα ιδανικά της αίθουσας, τη Φιλοσοφία. Η τοιχογραφία ξεκίνησε το 1508 και ολοκληρώθηκε το 1511 και θεωρείται δικαιολογημένα ένα από τα αριστουργήματα των Μουσείων του Βατικανού χάρη στη σημασία της, το τέλειο καλλιτεχνικό ύφος, τις αλληγορίες και την ιστορία της.
Η σκηνή που απεικονίζεται στην τοιχογραφία λαμβάνει χώρα σε ένα μεγάλο κτίριο με τρεις καμάρες, κεντρικά στο φόντο που καταφέρνουν να δώσουν μια ιδιαίτερη αίσθηση βάθους στον επίπεδο τοίχο. Το σημείο εκμηδενίσεως βρίσκεται ανάμεσα στις δύο κεντρικές φιγούρες, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, και ευθύνεται και αυτό για το βάθος που αποκτά η τοιχογραφία. Το έργο αυτό βρίσκεται σε τέλεια πραγματικά τέλεια συμμετρία με φιγούρες γύρω από τον Πλάτωνα, που δείχνει προς τα πάνω με το δείκτη του, και τον Αριστοτέλη, του οποίου η παλάμη κοιτά προς τα κάτω, καθώς επίσης και με την απεικόνιση δύο αγαλμάτων που είναι τοποθετημένα και στις δύο πλευρές του ευρύχωρου κτιρίου. Τα σκαλιά, σε συνδυασμό με τον ουρανό, οι ψεύτικες καμάρες και η αληθινή συμβάλλουν στη δημιουργία της ψευδαίσθησης της αντίληψης του χώρου. Όλα μοιάζουν σαν να είναι φτιαγμένα από μάρμαρο, όλα είναι φίνα, ντελικάτα και χρωματιστά. Κάποιοι από αυτούς που απεικονίζονται στην τοιχογραφία απλά στέκονται κάτω από την πρώτη καμάρα, άλλοι κινούνται γρήγορα, κάποιοι άλλοι κάθονται στα σκαλιά στις γωνίες δεξιά κι αριστερά, οι περισσότεροι συζητούν εκτός από κάποιους που είναι απασχολημένοι διαβάζοντας, γράφοντας ή απλά σκέφτονται, όπως για παράδειγμα ο πιο αρρενωπός από τους άλλους Ηράκλειτος, με σκούρα ρούχα, στηριζόμενος σε έναν μαρμάρινο κύβο, ή ο Διογένης, με το γαλάζιο μανδύα, που μοιάζει αποκομμένος από τους υπόλοιπους.
Η δομή, και σε αυτήν την περίπτωση, παίζει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, δύο από τους πιο φημισμένους φιλόσοφους όλων των εποχών είναι τοποθετημένοι στο κέντρο της τοιχογραφίας, όχι μόνο για να δείξουν το σημείο εκμηδενίσεως και να δώσουν βάθος, αλλά κυρίως για να δώσουν μια αίσθηση συνέχειας στην ιδέα της φιλοσοφίας. Ο ουρανός και το γεγονός ότι δε φαίνεται ολόκληρο το κτίριο επίσης συμβάλλουν σε αυτό σημειώνοντας ότι υπάρχουν αμέτρητα ακόμα πράγματα που πρέπει να εξηγηθούν και να ανακαλυφθούν. Οι χειρονομίες του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη έχουν κι αυτές μεγαλύτερη σημασία. Ο Πλάτωνας δείχνει τη σημασία των ιδεών και του πνεύματος και ο Αριστοτέλης υποδεικνύει τη σύνδεση της γης με την επιστημονική, φυσική και πολιτική γνώση. Στην τοιχογραφία φαίνονται φιλόσοφοι, καλλιτέχνες και μαθηματικοί. Οι φιλόσοφοι στέκονται και είναι πολύ κινητικοί, οι καλλιτέχνες βρίσκονται κυρίως στο μεσαίο επίπεδο, όπως ο Ραφαήλ, που κοιτάει το θεατή, σχεδόν στο τέρμα της δεξιάς πλευράς της τοιχογραφίας ανάμεσα στον Ζωροάστρη και τον Timoteo Viti, ενώ οι μαθηματικοί κάθονται στις γωνίες και δουλεύουν όπως ο Πυθαγόρας, που είναι η δεύτερη φιγούρα από κάτω αριστερά, ή ο Ευκλείδης, στα δεξιά με το διαβήτη. Παρόλο που ο Διογένης ήταν φιλόσοφος, στην τοιχογραφία είναι καθιστός, όμως είναι απορροφημένος να διαβάζει. Στην τοιχογραφία, απεικονίζονται πρόσωπα της αρχαιότητας καθώς επίσης και της Αναγέννησης. Παρόλο που η ευδιάκριτη ταυτότητα πολλών από αυτών ‘‘ξεχωρίζει’’ τους δύο κόσμους, ο τρόπος που αλληλεπιδρούν είναι τέλειος και συμβολικός, παντρεύοντας τις δύο εποχές και αναδεικνύοντας την ανάπτυξη της φιλοσοφίας. Τα χρώματα που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι χαρούμενα και φωτεινά, τελειοποιώντας την αίσθηση αρμονίας της τοιχογραφίας στη συνύπαρξη όλων αυτών των προσωπικοτήτων. Στο πάνω μέρος της τοιχογραφίας, τα χρώματα μαλακώνουν και είναι σαν η όλη ιδέα της φιλοσοφίας να εκτίθεται στον ουρανό.
Ο Πάπας Ιούλιος Β’ ζήτησε από το Ραφαήλ να δημιουργήσει τη «Σχολή των Αθηνών» επειδή τον εκτιμούσε και τον εμπιστευόταν ιδιαίτερα. Αρχικά, η αίθουσα στην οποία βρίσκεται η τοιχογραφία, επρόκειτο να γίνει η προσωπική βιβλιοθήκη του Πάπα κι έτσι ο Ραφαήλ έπρεπε να δείξει μέσα από τοιχογραφίες οποιαδήποτε πνευματική ιδέα είχε σημασία για εκείνον και τον σκεπτόμενο κόσμο της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν να αναδείξει μέσα από αλληγορίες τέσσερις αξίες: πίστη, δικαιοσύνη, ποίηση (ως δημιουργικότητα) και φιλοσοφία. Μέσα από τη «Σχολή των Αθηνών» κατάφερε να προβάλλει τη σημασία της φιλοσοφίας και τον τρόπο με τον οποίο διασχίζει τους αιώνες και προχωράει στο μέλλον, ειδικότερα μέσα από την έμπνευση που δίνουν οι αρχαίοι στους σημαντικότερους επιστήμονες, φιλόσοφους και καλλιτέχνες της Αναγέννησης μέσα σε ένα συνδυασμό των δύο κόσμων σε ένα Αναγεννησιακό περιβάλλον. Ο Ραφαήλ, με το δικό του τρόπο, αναμειγνύει τα χαρακτηριστικά των δύο πιο υποσχόμενων εποχών, την Κλασσική εποχή και την Αναγέννηση. Το μήνυμα που προωθεί ο Ραφαήλ κάνοντας αυτήν την τοιχογραφία στο Βατικανό είναι ότι η πίστη δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να περιορίσει τη γνώση και την έρευνα που προκύπτουν από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά μα και από την τέχνη. Η Σχολή των Αθηνών, σε σχέση με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται, το Βατικανό υποδεικνύει τον πιο ιδανικό τρόπο με τον οποίο μπορεί να συνυπάρξει η πίστη με την επιστήμη.