Τα μυστικά του “Αραβικού κόσμου”

Συντάκτης: Αργύρης Παγαρτάνης

Ο ισχυρότατος άνεμος αλλαγής στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής φαίνεται να συναντάει όλο και περισσότερα εμπόδια όσο περνάει ο καιρός. Μετά την εύκολη εκθρόνιση του καθεστώτος Μπεναλί στην Τυνησία και την όχι τόσο εύκολη, αλλά τελικά αποτελεσματική αλλαγή φρουράς και στην Αίγυπτο με την πτώση του Μουμπάρακ, στα δύο καυτά σημεία της περιοχής, τη Λιβύη και τη Συρία, οι συγκρούσεις έχουν πάρει τη μορφή κανονικού εμφυλίου πολέμου και υπάρχει η αίσθηση ότι η ένταση θα συνεχιστεί ακόμα κι όταν οι κεφαλές των καθεστώτων, ο Μουαμάρ Καντάφι και ο Μπασάρ Αλ Ασαντ, θα αποτελέσουν παρελθόν. Τα ίδια συμβαίνουν και στην Υεμένη, όπου έχει απομακρυνθεί από την επικαιρότητα, όμως ουσιαστικά η χώρα έχει χωριστεί στα δύο. Γιατί;

Η απάντηση περιέχει λίγο από ιστορία, εθνογραφία και διεθνείς διπλωματικές σχέσεις. Κάτω από τη γενική περιγραφή «Αραβικός Κόσμος», την οποία χρησιμοποιούμε όταν αναφερόμαστε σ’ αυτό το κομμάτι του πλανήτη, κρύβεται ένα απέραντο δάσος από διαφορετικές φυλές, φατρίες και θρησκευτικές σέχτες, οι οποίες βρίσκονται σε αντιπαράθεση (αν όχι σε πόλεμο) μεταξύ τους για αιώνες και υποτάχθηκαν, όσο υποτάχθηκαν, στη δύναμη των όπλων και των διεθνών συγκυριών. Αυτές οι διαφορές, πολύ έντονες στα τρία κράτη που αναφέραμε, αλλά και σε αρκετά άλλα της περιοχής, μπορούν να δώσουν ένα άλλο πρίσμα εξήγησης των γεγονότων, στο οποίο λίγοι εστιάζουν ως τώρα.

Όταν ο 27χρονος συνταγματάρχης Μουαμάρ Καντάφι αναλάμβανε την εξουσία με πραξικόπημα στη Λιβύη το 1969, η χώρα λειτουργούσε σαν ομοσπονδία τριών περιοχών: Της Κυρηναϊκής (βορειοανατολικά), της Τριπολιτάνιας (βορειοδυτικά) και του Φεζάν (το νότιο μέρος με τις ερήμους). Από το 1951, που είχε οργανωθεί ως ανεξάρτητο βασίλειο, η διοίκηση αποφάσισε να ακολουθήσει το μοντέλο που είχαν ακολουθήσει οι παλαιότεροι κυρίαρχοι της περιοχής, οι Οθωμανοί και οι Ιταλοί. Ο στόχος ήταν διπλός: Να εφαρμοστεί στην πράξη το «διαίρει και βασίλευε», αλλά και να ικανοποιηθούν οι φιλοδοξίες των τοπικών αρχόντων κάθε περιοχής.

Η «μάχη» μεταξύ των περιοχών της Τρίπολης και της Βεγγάζης, των δύο μεγάλων μεσογειακών λιμανιών της χώρας, δεν ήταν καθόλου απλός οικονομικός ή, τοπικιστικός ανταγωνισμός. Οι βεδουίνοι της Κυρηναϊκής είχαν ασπαστεί τις διδαχές του Σαϊντ Μουχάμαντ Ιμπν Αλί Αλ Σανούσι, ενός μεγάλου δασκάλου και προφήτη του 19ου αιώνα, ο οποίος κήρυξε την επιστροφή στις αρχικές αρχές του ισλάμ. Οι βεδουίνοι οργανώθηκαν πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι στα δυτικά της χώρας, ανακήρυξαν δικό τους εμιράτο και είχαν τη μεγαλύτερη αντίσταση στους κατακτητές Τούρκους και Ιταλούς.

Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι η αντίσταση στον Καντάφι είχε τις ρίζες της στα ανατολικά. Οι κάτοικοι, που μεταξύ τους λέγονται Σανούσι από το όνομα του μεγάλου τους δασκάλου, έχουν πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της αυτονομίας και το απεμπόλησαν μόνο όταν ο εμίρης τους, ο Ιντρίς, ανακηρύχτηκε βασιλιάς όλης της Λιβύης το 1951. Προφανώς μετά την εκθρόνισή του και κατά τη διάρκεια της 42χρονης «βασιλείας» του Καντάφι οι Σανούσι ουσιαστικά ξηλώθηκαν από παντού (στρατό, δημόσιες υπηρεσίες κτλ.) και υποβιβάστηκαν σε απλούς υπαλλήλους στην ίδια τους την περιοχή.

Η εκπαραθύρωσή τους από τη σύγχρονη Λιβύη φάνηκε ακόμα και στα σύμβολα… Στην παλιά τρίχρωμη σημαία της Λιβύης (αυτή που χρησιμοποιούν σήμερα οι αντάρτες) κάθε χρώμα αντιστοιχούσε σε μία περιοχή: Πράσινο για την Τριπολιτάνια, μαύρο για την Κυρηναϊκή και κόκκινο για το Φεζάν. Ο Καντάφι με το που ανέβηκε στην εξουσία άλλαξε τη σημαία της χώρας και την έκανε ολοπράσινη. Τυπικά διότι το πράσινο είναι το ιερό χρώμα του Ισλάμ, συμβολικά για να δείξει την «υπεροχή» της Τριπολιτάνιας έναντι των άλλων περιοχών.

Ακόμα πιο μπερδεμένη είναι η κατάσταση στο νότο. Η περιοχή του Φεζάν είναι μεν μια από τις πιο αραιοκατοικημένες της γης, όμως έχει μεγάλη οικονομική και γεωπολιτική σημασία, γι’ αυτό εξαρχής είχε διαφορετική διοίκηση από τις «μεσογειακές» επαρχίες της Κυρηναϊκής και της Τριπολιτάνιας. Από εκείνη την περιοχή έλκει την καταγωγή του ο Καντάφι, ο οποίος βοήθησε στην ανάπτυξή της. Αυτή η ανάπτυξη, αλλά και οι συγγενικές σχέσεις των φυλών (κάτι πολύ αναπτυγμένο όχι μόνο στον αραβικό κόσμο…) έχει οδηγήσει πολλούς αναλυτές στο συμπέρασμα ότι αν ο Καντάφι ή, κάποια μέλη της οικογένειάς του καταφύγουν στις ερήμους του Φεζάν, θα βρουν υποστηρικτές πολύ πιο φανατικούς απ’ αυτούς που έχουν στην Τρίπολη.

Η επόμενη ημέρα της Λιβύης μετά τον Καντάφι είναι ακόμα θολή. Το πιο πιθανό, πάντως, είναι η νέα διοίκηση να θυμίζει κάτι από τα παλιά, να επανέλθουν και στο διοικητικό χάρτη οι διαφορές μεταξύ των περιοχών, ίσως και να οριστεί ένα ομοσπονδιακό σύστημα διακυβέρνησης, όπως συνέβη και στο Ιράκ μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεϊν.

Όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρεε μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κι έχανε όλα τα εδάφη της εκτός Μικράς Ασίας, οι νικήτριες Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να μοιραστούν τις… καυτές πατάτες στη Μέση Ανατολή. Η Βρετανία ανέλαβε να ξεμπερδέψει την περιοχή της Παλαιστίνης, στην οποία η εβραϊκή κοινότητα μεγάλωνε μέρα με την ημέρα, και η Γαλλία ανέλαβε λίγο πιο βόρεια να βρει άκρη με μια πανσπερμία διαφορετικών λαών, που ήταν διαιρεμένοι όχι μόνο εθνικά, αλλά και θρησκευτικά: Αραβες, Ασύριοι, Αρμένιοι, Κούρδοι, Τουρκομάνοι, Κιρκάσιοι, αλλά και σουνίτες, σιίτες, αλαουίτες, Δρούζοι και χριστιανοί μπλέκονται σε μια περιοχή με έκταση λίγο μεγαλύτερη από την Ελλάδα σ’ ένα από τα δυσκολότερα «χαρμάνια» της υφηλίου.

Οι Γάλλοι βρήκαν έναν πρόσφορο τρόπο να βολέψουν όλον αυτό τον ορυμαγδό: Ο στρατηγός Ανρί Γκουρό, διοικητής της περιοχής, αποφάσισε να κόψει την περιοχή σε έξι διαφορετικά κομμάτια, τα οποία αποκάλεσε πολιτείες: Δύο για τους σουνίτες (της Δαμασκού και του Χαλεπίου, ώστε να ικανοποιηθεί και το τοπικιστικό αίσθημα των δύο ανταγωνιστριών πόλεων), ένα για τους Αλαουίτες (μια ισλαμική αίρεση που τυπικά θεωρείται σιιτική, αλλά υπάρχουν και μουσουλμάνοι που θεωρούν τους Αλαουίτες πιο άπιστους και από τους χριστιανούς…) στην παραλιακή περιοχή της Λατάκιας, ένα για τους Δρούζους στα νότια της χώρας (το οποίο ονομάστηκε εύγλωττα Τζεμπέλ Εντ Ντρούζε, το βουνό των Δρούζων) και δύο που δεν μπόρεσε να βρει άκρη, την Αλεξανδρέτα και τον Λίβανο. Σήμερα η Αλεξανδρέτα (στα τούρκικα Ισκεντερούν) αποτελεί κομμάτι της Τουρκίας, αφού οι Τούρκοι εκμεταλλεύθηκαν την οριακή τους πλειοψηφία και το 1938 προσάρτησαν την περιοχή με δημοψήφισμα, και ο Λίβανος βέβαια είναι ανεξάρτητο κράτος, κουβαλάει για δεκαετίες όλα τα προβλήματα που έχουν οι πολυεθνικές και πολυθρησκευτικές κοινωνίες, στις οποίες οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι από τη μοίρα να ζήσουν στον ίδιο τόπο.

Όταν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Γάλλοι έφυγαν και εγκαθιδρύθηκε μια δημοκρατική κυβέρνηση, τα αυτόνομα κομμάτια της περιοχής καταργήθηκαν. Δεν σημαίνει, βέβαια, αυτό ότι επειδή έσβησαν τα σύνορα από το χάρτη έσβησαν και οι διαφορές μεταξύ των διαφόρων εθνοτήτων. Οι σουνίτες μουσουλμάνοι εκμεταλλεύθηκαν την σημαντική αριθμητική τους υπεροχή για να έχουν την εξουσία στα χέρια τους ως το 1971, οπότε ανέλαβε να κυβερνήσει η οικογένεια Ασαντ μέσω του πατέρα Χαφέζ (1971-2000) και του γιου Μπασάρ (2000 ως σήμερα).

Οι Ασαντ είναι Αλαουίτες, έλκουν την καταγωγή τους από το μικρό χωριό Καρντάχα, στα περίχωρα της Λατάκειας. Τόσο η συγκεκριμένη οικογένεια, όσο και γενικά οι Αλαουίτες έζησαν στο πετσί τους για αιώνες την καταπίεση από τους σουνίτες. Ο Ασαντ με το που ανέβηκε στην εξουσία φρόντισε να τοποθετήσει ομόδοξούς του σε καίρια πόστα στο στρατό και την πολιτική, αν και τυπικά αφήνει κάποια κομμάτια εξουσίας να τα διαχειρίζονται τα άλλα δόγματα. Το γεγονός ότι οι ταραχές στη Συρία άρχισαν στη σουνιτική Δαμασκό, συνεχίστηκαν και κορυφώθηκαν στο επίσης σουνιτικό (και πολυεθνικό, με Κούρδους, Αρμένιους και Τουρκομάνους) Χαλέπι και έφτασαν μέχρι τις σουνιτικές συνοικίες της Λατάκειας προφανώς δεν είναι τυχαίο. Όπως και το ότι αν υπάρξει, αργά ή, γρήγορα, προσπάθεια για βίαιη ανατροπή του Μπασάρ Αλ Ασαντ, θα βρει πολλούς Αλαουίτες υποστηρικτές, οι οποίοι θα φοβηθούν την επιστροφή στο καθεστώς καταπίεσης από τους σουνίτες που βίωναν επί αιώνες.

Μέχρι το 1990 η περιοχή της Υεμένης δεν ήταν ποτέ ενωμένη κάτω από έναν ηγέτη. Η, μάλλον, ήταν, αλλά πολύ παλιά, όταν κυβερνούσε η… βασίλισσα του Σαβά, που κατά τας Γραφάς γοήτευσε τον σοφό βασιλιά Σολομώντα της Ιερουσαλήμ. Οι άνθρωποι που κατοικούν στην περιοχή είχαν συνηθίσει να υπακούν σε πολλούς τοπικούς άρχοντες, τους σεΐχηδες, και συχνά να πολεμούν μεταξύ τους για λίγα χιλιόμετρα βουνών και ερήμου.

Ο πολιτικός χωρισμός της Υεμένης σε Βόρεια και Νότια δεν ήταν καθόλου τεχνητός, όπως έγινε π.χ. στο Βιετνάμ ή την Κορέα. Οι Βόρειοι Υεμενίτες, πιο συντηρητικοί και προσηλωμένοι στη διδαχές του ισλάμ, ακολούθησαν ιμάμηδες (θρησκευτικό-πολιτικούς ηγέτες) και οι διάφορες φυλές ενώθηκαν.

Στο νότο η παρουσία των Βρετανών στοΑντεν, ένα λιμάνι που το μετέτρεψαν στη μεγαλύτερη ναυτική βάση του κόσμου εκείνη την εποχή στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν όσο πιο σίγουρα περάσματα προς τις Ινδίες, στην ουσία διέσπασε την περιοχή. Τα διάφορα σεϊχάτα, πολλά και μικρά, διατήρησαν μια μικρή αυτονομία υπό τη βρετανική επίβλεψη και ενώθηκαν μόλις το 1967 σε ένα χαλαρό μόρφωμα με την ονομασία Ομοσπονδία της Νότιας Αραβίας, που την αποτελούσαν όχι ένα και δύο, αλλά… 17 διαφορετικά κρατίδια! Όταν οι Βρετανοί εγκατέλειψαν το Αντεν (που τους ήταν πια άχρηστο, αφού είχαν χάσει τις Ινδίες) άφησαν την περιοχή στο έλεός της. Πολύ γρήγορα τα όπλα μίλησαν, η ομοσπονδία διαλύθηκε και στη θέση της φτιάχτηκε το πρώτο πραγματικά μαρξιστικό κράτος στον αραβικό κόσμο, η Νότια Υεμένη, στην οποία η θρησκεία έπαιζε μικρό ρόλο και οι γυναίκες είχαν πλήρη δικαιώματα.

Το 1990 οι δύο Υεμένες ενώθηκαν σ’ ένα κράτος. Από την αρχή φάνηκε ότι η ένωση θα ήταν προβληματική, αφού επί αιώνες οι λαοί είχαν συνηθίσει να ζουν σε διαφορετικές συνθήκες. Η πρώτη προσπάθεια απόσχισης του νότου έγινε μόλις το 1994, λίγο μετά την ενοποίηση. Προφανώς το γεγονός ότι οι δυνατότερες φωνές για την αποπομπή του προέδρου Σάλεχ (ο οποίος προέρχεται από το βορρά) προέρχονται από το νότο δεν είναι τυχαίο. Ούτε ότι το σημαντικότερο ένοπλο κίνημα έχει τις ρίζες του στο Χατραμάουτ, στα ανατολικά της χώρας, όπου βρισκόταν το μεγαλύτερο από τα σεϊχάτα της ομοσπονδίας…

Συντάκτης: Αργύρης Παγαρτάνης,

Influence:

Ο Αργύρης Παγαρτάνης είναι δημοσιογράφος. Γεννήθηκε κάτω από έναν μεγάλο παγκόσμιο χάρτη…