Συνέντευξη με τον Γιάννη Κότσιρα
Με τις ερμηνείες του έχει “ανάψει” εκατομμύρια αναπτήρες. Η βελούδινη φωνή του Γιάννη Κότσιρα μας ταξιδεύει μέχρι την Αλεξάνδρεια, ενώ το καθαρό βλέμμα του μαρτυρά το ήθος της παλιάς εποχής. Ένας καλλιτέχνης που αρνείται τις ταμπέλες, δε φοβάται να υποστηρίξει τις απόψεις του, συνεχίζει να ονειρεύεται και αποδεικνύει ότι όντως “ο χρόνος είναι ο καλύτερος κριτής”. Ο Γιάννης Κότσιρας μιλά στο flowmagazine.gr για τις εμφανίσεις του το χειμώνα, το ξεκίνημα της καριέρας του, τις συνεργασίες και τα πάθη του και για την επικαιρότητα στην Ελλάδα.
Επόμενη μουσική στάση του… στη σκηνή του Ιανού στις 5 Οκτωβρίου, με μια unplugged εμφάνιση, γεμάτη με αγαπημένα κομμάτια που συχνά μένουν “εκτός προγράμματος”. Εκεί, άλλωστε, θα γιορτάσει και τα γενέθλιά του! Ανοίγοντας ξανά το “Μουσικό κουτί”, ο Γιάννης Κότσιρας ετοιμάζεται παράλληλα και για τη χειμερινή συνεργασία του με το Θάνο Μικρούτσικο και τη Ρίτα Αντωνοπούλου στο Σταυρό του Νότου…
Τα σχέδια του φετινού χειμώνα
-Από τις 5 Οκτωβρίου θα βρίσκεστε στον Ιανό με unplugged εμφανίσεις. Πώς νιώθετε που θα τραγουδήσετε κομμάτια “εκτός προγράμματος”, τραγούδια που σπάνια ακούγονται στο πρόγραμμα σας… και unplugged?
-Καταρχήν να σας διευκρινίσω πως δεν πρόκειται για σειρά εμφανίσεων αλλά μία μεμονωμένη εμφάνιση που γίνεται στις 5 Οκτωβρίου, με αφορμή τα γενέθλιά μου και την παρουσίαση του νέου προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού “Στο κόκκινο”. Ίσως η συγκεκριμένη 2ωρη παράσταση, να παρουσιαστεί και αλλού, εκτός Αθηνών αλλά προς το παρόν μιλάμε μόνο για αυτή τη συγκεκριμένη εμφάνιση.
Υπάρχουν πολλά τραγούδια της δισκογραφίας μου, που ενώ είναι πολύ αγαπημένα σε πολλούς, λόγω των αναγκών μιας συναυλίας ή λόγω του σε ποια κατεύθυνση στήνεται ένα πρόγραμμα, συνήθως μένουν εκτός προγράμματος. Την θέση τους καταλαμβάνουν πιο δημοφιλή και πιο ρυθμικά τραγούδια και έτσι πάντα αισθάνομαι πως αυτά μένουν λίγο πίσω. Λίγο αδικημένα. Έτσι λοιπόν με αυτή τη λογική νιώθω μια ικανοποίηση που η εποχή μου δίνει την ευκαιρία να ασχοληθώ με αυτά τα τραγούδια που ξέρω πως όπως τα αγαπώ εγώ έτσι τα αγαπά και πολύς κόσμους.
-Πόσο ξεχωριστό είναι το «Μουσικό κουτί» για εσάς σε σχέση με τους υπόλοιπους δίσκους σας και γιατί; Όταν το “ανοίγετε”, ποιές αναμνήσεις έρχονται πρώτες στο μυαλό σας;
-Το Μουσικό Κουτί είναι ξεχωριστό διότι είναι απολύτως βιωματικό. Είναι η πρώτη φορά που εκτίθεμαι δημόσια ως προς το σύνολο της καλλιτεχνικής μου αισθητικής αλλά και της ιδεολογικής μου θέσης απέναντι στη μουσική, στο στίχο και στην στάση μου συνολικά απέναντι στα πράγματα. Οι πρώτες σκέψεις κάθε φόρα που είτε το παρουσιάζω ζωντανά, είτε ακούω κάποιο τραγούδι στο ραδιόφωνο είναι αρχικά η πρώτη και δύσκολη συναισθηματικά στιγμή που ένοιωσα όταν αποφάσισα να τα εκθέσω αλλά και η πολύχρονη σκληρή δουλειά που χρειάστηκε το κάθε ένα από τα τραγούδια, ώστε να φτάσουν στη τελική μορφή που είναι σήμερα. Το σίγουρο είναι πως μαζί με αρκετά ακόμη άλμπουμ, είναι μια ακόμη ολοκληρωμένη δουλειά για την οποία θα νιώθω υπερήφανος στα χρόνια που έρχονται.
-Από τα μέσα Γενάρη θα συνεχίσετε με το Θάνο Μικρούτσικο και τη Ρίτα Αντωνοπούλου στο Σταυρό του Νότου. Σε ποιά στοιχεία θα διαφοροποιηθεί η παράσταση από το “Πάντα γελαστοί”;
-Η παράσταση που ετοιμάζουμε δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το “Πάντα γελαστοί και γελασμένοι”. Η χειμερινή αυτή συνεργασία δεν θα είναι μια παράσταση-συναυλία αποκλειστικά του Θάνου Μικρούτσικου αλλά μία συνεργασία όλων μας. Φυσικά και θα ακουστούν τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου αλλά και τραγούδια που έχω πει εγώ στην προσωπική μου δισκογραφία. Θα έλεγα μάλιστα, πως είναι μια παράσταση έκπληξη όπου θα κυριαρχούν οι ερμηνείες, τα μεγάλα τραγούδια αλλά και τα τραγούδια συγκυρίας, δεμένα μέσα από την κοινή αισθητική και των τριών μας.
Η καριέρα, το ρεμπέτικο και οι συνεργασίες…
-Πώς από ένα συνεργείο αυτοκινήτων και από τεχνικός υπολογιστών… βρεθήκατε μπροστά στο μικρόφωνο και τη σκηνή;
-Η ιστορία είναι απλή και καθημερινή. Ο πολύ γνωστός σολίστας του μπουζουκιού Χρήστος Κωνσταντίνου το 1990 με άκουσε να τραγουδάω, με κάλεσε στα 13 Φεγγάρια να με ακούσουν και οι υπόλοιποι συντελεστές και με επέλεξαν να τραγουδήσω μαζί τους. Ούτε είχα την φιλοδοξία να γίνω τραγουδιστής, ούτε ακόμα έχω αποδεχτεί της επαγγελματική φύση αυτής της ιδιότητάς μου. Τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών ήθελα να γίνω. Κάτι που πλέον το κάνω ως χόμπυ. Απλά η φυσική κλίση που είχα από μικρός στο τραγούδι, με οδήγησε στο να αφήσω κάθε άλλη ασχολία και να αφοσιωθώ στη μουσική.
-Με τι ακούσματα μεγαλώσατε; Ποιοί τραγουδιστές αποτέλεσαν τις μεγάλες επιρροές σας;
-Ευτυχώς στο σπίτι υπήρχε μια πανδαισία μουσικών ακουσμάτων. Από τη μία η Ελληνική μουσική με δίσκους του Θεοδωράκη, του Πλέσσα, του Μικρούτσικου αλλά και πολλά ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια και από την άλλη, μουσικές του κόσμου που έφερνε ο πατέρας μου κάθε φορά που ξεμπάρκαρε και επέστρεφε από κάποιο ταξίδι. Έτσι οι τραγουδιστές που με επηρέασαν από μικρό ήταν πολλοί και αρκετά διαφορετικοί μεταξύ τους. Ξεκινώντας από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον Στράτο Διονυσίου και τον Πάνο Γαβαλά, από τον Μάρκο και τον Μπαγιαντέρα, μέχρι τον Freddie Mercury, τον Sting και τον Nat King Cole. Γενικά δεν με εντυπωσίαζαν ποτέ οι τραγουδιστές που χρησιμοποιούσαν τις φωνητικές τους ικανότητες για να εντυπωσιάζουν αλλά οι τραγουδιστές, οι μουσικοί και οι δημιουργοί εκείνοι, που με απλό τρόπο έλεγαν τα σημαντικότερα πράγματα. Τους πολύπλοκους λαρυγγισμούς, τις τσαλκάντζες, τις υψηλές νότες αλλά και κάθε ερμηνευτικό τερτίπι, παρότι τα κατέχω, προτιμώ να τα χρησιμοποιώ με μέτρο και προς όφελος των ερμηνευτικών αναγκών ενός τραγουδιού, παρά δίχως μέτρο στο βωμό του εντυπωσιασμού του ακροατή.
-Ποιά πιστεύετε ότι ήταν τα τρία σημεία-ορόσημα στην καριέρα σας;
-Οι τρεις σημαντικότερες στιγμές στην μουσική μου πορεία θεωρώ πως είναι καταρχήν η κυκλοφορία του πρώτου μου δίσκου το 1996 (Αθώος Ένοχος) με τις μουσικές της Ευανθίας Ρεμπούτσικα και του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου σε στίχους του Άρη Δαβαράκη, η συνεργασία μου με τον Μίκη Θεοδωράκη για την ερμηνεία στο Άξιον Εστί και στο Πνευματικό Εμβατήριο και η συνεργασία μου με τον Θάνο Μικρούτσικο για την ερμηνεία του Σταυρού του Νότου και των Γραμμών των Οριζόντων. Σαφώς υπάρχουν και άλλες πολύ σημαντικές στιγμές και συνεργασίες που τις έχω πολύ έντονες στην ψυχή μου αλλά εφόσον πρέπει να επιλέξω μόνο τρεις, αυτές είναι οι πρώτες που νιώθω πως έπαιξαν τον πιο καθοριστικό ρόλο στην μετεξέλιξή μου και στη συνολική μου στάση απέναντι στα μουσικά πράγματα.
-Από τα ρεμπέτικα οδηγηθήκατε στα “έντεχνα” ερωτικά κομμάτια. Τί από τα δυο πιστεύετε ότι σας εκφράζει καλύτερα και γιατί;
-Κατ αρχήν θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω με τον όρο έντεχνα ή ερωτικά και όλα αυτά. Δεν θεωρώ πως οδηγήθηκα κάπου συγκεκριμένα γιατί λόγω του χαρακτήρα μου και των ακουσμάτων μου, απλά δεν μπορούσα να ταυτιστώ με ένα είδος μουσικής καθώς δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο είδος που να επέλεξα παρά μόνο ήχους και τραγούδια με το απλό κριτήριο τι μου αρέσει. Ασχέτως εάν ο κόσμος ή τα ραδιόφωνα στάθηκαν περισσότερο στα πιο ερωτικά τραγούδια, οι επιλογές μου δεν έχουν ταμπέλα. Άλλοτε ήταν μπαλάντες, άλλοτε πιο ρυθμικά και άλλοτε λαϊκά τραγούδια με μόνο κριτήριο του τι με συγκινεί. Όμως το ρεμπέτικο δεν έφυγε ποτέ. Τρανή απόδειξη πως σχεδόν σε όλα μου τα προγράμματα δεν λείπουν τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά τραγούδια αλλά και η κυκλοφορία μόλις πέρσι ενός δίσκου που είχε τον τίτλο “Η Σμύρνη του έρωτα” με την σπουδαία ορχήστρα της Νέας Ιωνίας του Βόλου, την Εστουδιαντίνα. Αυτό λοιπόν που μπορεί να συμπεράνει κάποιος ο οποίος με παρακολουθεί διαχρονικά είναι πως αυτό που με εκφράζει πραγματικά είναι αυτό που θεωρώ εγώ, καλό τραγούδι. Όποιο ενορχηστρωτικό μανδύα και αν φοράει.
-Έχετε συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως είναι η Αλεξίου, ο Μητροπάνος, ο Θεοδωράκης. Αν κλείσετε τα μάτια και ταξιδέψετε στο παρελθόν… Ποιά στοιχεία σας γοήτευαν από τον καθένα ξεχωριστά;
-Ο καθένας τους είναι μια μοναδική προσωπικότητα. Η Αλεξίου είναι η κορυφαία Ελληνίδα τραγουδίστρια και ταυτοχρόνως μια απόλυτα τρυφερή και ανθρώπινη ύπαρξη. Από την άλλη ο Θεοδωράκης. Τι να πω εγώ για τον Μίκη Θεοδωράκη; Η ιστορία του και το έργο του, τον κατατάσσουν από μόνα τους σε ένα περήφανο μνημείο του σύγχρονου Ελληνικού πολιτισμού. Όσο για τον Μητροπάνο… Είναι δύσκολο να περιγράψω. Ο Δημήτρης ήταν όλα αυτά που περιγράφει η καλή έννοια της λέξης μάγκας. Ειλικρινής, ευθύς, απόλυτος, τρυφερός και με βαθιά λαϊκή σοφία. Ξέρετε είναι πάρα πολύ δύσκολο να μιλώ εγώ για αυτούς τους καλλιτέχνες. Η ιστορία τους μιλάει από μόνη της.
-Σήμερα θεωρείτε ότι υπάρχει εκφραστής του παλιού ελληνικού λαϊκού; Και εάν όχι, για ποιό λόγο;
-Δεν θεωρώ πως δεν υπάρχουν εκφραστές του ήθους και του ύφους του παλιού λαϊκού τραγουδιού. Και σε επίπεδο τραγουδιστών και σε δημιουργικό επίπεδο. Για παράδειγμα, ο Δημήτρης Μπάσης, ο Μανώλης Λυδάκης ή ο Γεράσιμος Ανδρεάτος εκτός από πολύ σπουδαίοι τραγουδιστές, θεωρώ πως είναι αυτό ακριβώς. Σύγχρονοι και άξιοι εκπρόσωποι και της ποιότητας και του ήθους που εξέφραζε το λαϊκό τραγούδι. Τώρα εάν θεωρούν κάποιοι λαϊκό τραγούδι αυτό το σύγχρονο τουρκοφόλκ, που ακούγεται στις λεγόμενες μεγάλες πίστες, θα με συγχωρέσετε αλλά όσοι ψάχνουν εκεί να βρουν το γνήσιο λαϊκό τραγούδι θα αποτύχουν απολύτως. Εκεί το πιο λαϊκό στοιχείο που θα βρουν, είναι ο ξεθυμασμένος νταλκάς, ενός φθίνοντος μεταλλαγμένου lifestyle.
Επί προσωπικού
-Υπάρχουν όνειρα που ακόμα δεν έχετε εκπληρώσει… είτε στο επαγγελματικό, είτε στο προσωπικό επίπεδο;
-Όνειρα υπάρχουν πολλά. Ευτυχώς ακόμη μπορώ να κάνω όνειρα. Η απόκτηση ενός παιδιού δεν έχει φύγει ποτέ από το μυαλό μου ασχέτως εάν η εποχή το έχει κάνει σχεδόν απαγορευτικό. Όσο για το επαγγελματικό, όνειρα υπάρχουν πάρα πολλά ακόμη. Ευελπιστώ μέσα στην επόμενη χρονιά να πραγματοποιηθεί ένα από αυτά. Θα δούμε…
-Τί μπορεί να σας χαλαρώσει και τί να σας ζορίσει στην καθημερινότητά σας;
-Αυτά που με χαλαρώνουν είναι πολλά. Μια βόλτα με τον σκύλο μου, ένα ωραίο CD, μια φιλική βραδιά στο σπίτι ή σε μια ταβέρνα με φιλαράκια. Πολλά. Απλά πλέον έχει δυσκολέψει πολύ η δυνατότητα αυτών των στιγμών να με χαλαρώσουν όταν για παράδειγμα ακούω τον ταχυδρόμο να έρχεται και δεν ξέρω ποιο καινούριο χαράτσι σκαρφίστηκαν και θα βρω στο γραμματοκιβώτιο. Η καθημερινότητα έχει γίνει πολύ δύσκολη και βάρβαρη και είμαι κι εγώ, όπως και ο περισσότερος κόσμος, μπροστά σε μία καθημερινή βίαιη επίθεση της Κυβέρνησης στους πολίτες. Όσο και αν το θέλω λοιπόν δεν είναι πλέον εύκολο να βρω εκείνες τις αφορμές που να είναι ικανές να με ηρεμούν. Απλά εύχομαι με τις μουσικές μου προτάσεις και παραστάσεις, να γίνομαι εγώ τουλάχιστον μια αφορμή να χαλαρώνουν κάποιοι συνάνθρωποί μου, που βρίσκονται σε πολύ δυσκολότερη θέση από μένα.
-Ποιά cd βρίσκονται στην πρώτη θέση μέσα στο σπίτι σας;
-Το “The wall” των Pink Floyd, το “Abbey Road” των Beatles, το “Innuendo” των Queen, το “Χαμόγελο της Τζοκόντα” του Μάνου Χατζιδάκι και η Σουίτα για ορχήστρα Τζαζ αρ. 2 του Shostakovich. Αυτά είναι τα CD που βρίσκονται αραδιασμένα μπροστά στο Cd player αυτή τη στιγμή που σας μιλάω και βρίσκονται εκεί σχεδόν πάντα. Είναι πολλά ακόμη που έρχονται κατά καιρούς και επιστρέφουν στη δισκοθήκη μου αλλά αυτά παραμένουν σταθερά σε πρώτη ακρόαση.
-Έχετε δηλώσει ότι λατρεύετε τους ανθρώπους με πάθη. Ποιά είναι τα δικά σας πάθη στη ζωή και πώς έχουν “επηρεάσει” τη ζωή σας;
-Είναι αλήθεια. Δεν μπορώ τους ανθρώπους που είναι ατσαλάκωτοι. Αυτούς που λένε ναι σε όλα και αυτούς που παρουσιάζονται τέλειοι. Όσο για τα δικά μου πάθη; Τα μεγαλύτερα νομίζω πως είναι η αγάπη για την μοναξιά μου και το κάπνισμα. Έχω κι άλλα πολλά βέβαια όπως η τελειομανία, η ξεροκεφαλιά μου και η υπερβολική αφοσίωση στη μουσική, που όλα μαζί δεν με καθιστούν και τον πιο εύκολο άνθρωπο θαρρώ. Δεν μπορώ να ξέρω πως έχουν επηρεάσει τη ζωή μου, καθώς είμαι αρκετά ικανοποιημένος και με την ίδια μου τη ζωή αλλά και με τους λίγους αλλά σημαντικούς ανθρώπους που έχω επιλέξει να βρίσκονται μέσα σε αυτή. Ίσως αν δεν ήμουν έτσι βέβαια, να ήμουν πλούσιος και με πολλούς και διαφόρους γύρω μου να με κολακεύουν αλλά δεν νομίζω πως θα ήμουν ευτυχισμένος πραγματικά έτσι.
Η Ελλάδα του σήμερα
-Πιστεύετε ότι ο “Ανόητος χαιρέκακος” Έλληνας ευθύνεται για το σήμερα; Άραγε, μπορούμε να βγάλουμε την Ελλάδα από το “βούρκο” και με ποιό τρόπο;
-Όχι. Δεν θεωρώ πως αυτή η κατηγορία ανθρώπων ευθύνεται για το σήμερα. Αρκετά έχουμε αυτοχαστουκιστεί ως κοινωνία. Ο καθένας πλέον ξέρει τις ευθύνες του και όλοι πλέον αντιλαμβανόμαστε πως για την οικονομική κατάσταση ευθύνονται απολύτως οι πολιτικοί μας. Η δική μας ευθύνη περιορίζεται στην επιλογή αυτού ακριβώς του πολιτικού προσωπικού, στην απαξίωση της σημασίας της ψήφου μας και στο ότι έχουμε υποκύψει στο φόβο. Ο “ανόητος χαιρέκακος” ευθύνεται μόνο στο ότι δεν αντιλαμβάνεται την ανάγκη αλληλεγγύης. Δεν αντιλαμβάνεται πως αυτό που συμβαίνει δίπλα του, θα συμβεί και στον ίδιο. Και πλέον αυτό συμβαίνει με γοργούς ρυθμούς. Σήμερα εσύ, αύριο εγώ. Αυτό το κείμενό μου, ήταν ένα κάλεσμα αλληλεγγύης και συνεχίζω να το φωνάζω και να το υποστηρίζω σε όλους τους τόνους. Μόνο ενωμένοι μπορούμε να αλλάξουμε τις κακοδαιμονίες και τις άσχημες νοοτροπίες που επιτρέπουν σε ανεύθυνους πολιτικούς να αποφασίζουν για εμάς χωρίς εμάς.
-Φαινόμενο Χρυσή Αυγή. Ποιοί ευθύνονται κατά την άποψή σας για την ξαφνική άνοδο των φασιστικών ιδεολογιών; Τι ευθύνες έχουν οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι και η έλλειψη παιδείας για τη σημερινή κατάσταση;
-Οι λόγοι που ευνοούν τέτοιου είδους παθογένειες στην Ελλάδα, είναι πολλοί και συνεχίζουν να υπάρχουν και να αμβλύνονται. Η ανυπαρξία σοβαρής μεταναστευτικής πολιτικής, η έλλειψη ουσιαστικής παιδείας και ειλικρινούς γνώσης και κατανόησης της ιστορίας, η ολοκληρωτική απόσυρση κάθε μορφής υποστήριξης στον πολιτισμό, οι λιγόψυχοι πολιτικοί που οδήγησαν στην απόλυτη απαξίωση του πολιτικού συστήματος σε συνδυασμό με την τυφλή εφαρμογή μέτρων που οδηγούν τον κόσμο στην φτωχοποίηση, στην απελπισία και στην ανεργία, γεμίζοντάς τους θυμό και απογοήτευση αλλά και ο θαυμασμός και η προβολή από τα ΜΜΕ στο lifestyle του ρατσιστή, εξοικειώνοντας τον τηλεθεατή με το μόρφωμα αλλά και αποκρύπτοντας τι πραγματικά αντιπροσωπεύει, είναι κατά την γνώμη μου οι σημαντικότεροι παράγοντες. Αν για παράδειγμα τα ΜΜΕ ασχολούνταν με το ίδιο πάθος που ασχολήθηκαν μαζί τους, με τον πολιτισμό, είναι πεποίθησή μου πως τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Αισθάνομαι δε, πως όσοι δημοσιογράφοι, πολιτικοί, κρατικοί λειτουργοί, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, επιχειρηματίες, εκπομπές, έντυπα κλπ, βοήθησαν είτε με την προβολή, είτε με την ανοχή αυτού του μορφώματος, έχουν τεράστιες ηθικές ευθύνες για την αποθράσυνση και κατ’ επέκταση για τα εγκλήματά τους. Και μπορεί τώρα να συλληφθούν κάποια μέλη αυτής της ομάδας, οι αιτίες ύπαρξης της όμως, παραμένουν ακόμη ζωντανές και πιθανότατα στο μέλλον να δημιουργηθεί μια καινούρια, παρόμοια, με άλλο όνομα, πιο “σοβαρή”, πιο προετοιμασμένη και πιο σκοτεινή. Όμως επειδή αυτό που συμβαίνει τώρα, αν και πολύ καθυστερημένα, είναι πολύ τολμηρό και πολύ σημαντικό, ας είμαστε ψύχραιμοι και ας δούμε που θα οδηγήσει αυτή η ιστορία. Προσωπικά είμαι πολύ επιφυλακτικός για το πόσο αποφασισμένη είναι η σημερινή πολιτική τάξη αλλά και πόσο θαρραλέα και εφοδιασμένη νομικά είναι η δικαιοσύνη, να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο σε βάθος. Διότι δεν γνωρίζω κατά πόσο αντιμετωπίζεται νομικά ένα καρκίνωμα, όταν οι ρίζες του είναι βαθιά πολιτικές. Ειλικρινά θα ήθελα πολύ να διαψευσθώ αυτή τη φορά. Ας είμαστε λοιπόν όλοι σε επαγρύπνηση και ας παλέψουμε να εκλείψουν στο μέλλον οι αιτίες δημιουργίας τέτοιων ομάδων πριν θρηνήσουμε άλλα θύματα. Γιατί το ναζισμό και τον ρατσισμό αν δεν τον βάλεις απέναντί σου, τον βάζεις μέσα σου…