Συνέντευξη με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη

Συντάκτης: Άκης Αδαμόπουλος

Συνέντευξη με τον Λουκιανό ΚηλαηδόνηΤο Ελληνικό Woodstock στη Βουλιαγμένη… «Αρχίζει το ματς» κάθε Κυριακή για τους ποδοσφαιρόφιλους… «Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών» που όλοι έχουν σιγοτραγουδήσει… Είναι δύσκολο να επιλέξεις κάτι συγκεκριμένο, για να περιγράψεις έναν από τους σπουδαιότερους έλληνες τραγουδοποιούς. Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, με σημαντική δισκογραφία, μουσική για θέατρο, κινηματογράφο και συναυλίες που άφησαν εποχή, έχει επηρεάσει μια ολόκληρη γενιά με τους ήχους και τους στίχους του. Το flowmagazine.gr είχε τη χαρά να μιλήσει μαζί του…

– Έχετε γράψει μουσική τόσο για τραγούδια, όσο και για θέατρο, κινηματογράφο. Ορχηστρικές συνθέσεις. Τι είναι αυτό που σας γεμίζει περισσότερο;

– Είναι άλλη δουλειά να γράψεις για ένα δίσκο, που τα τραγούδια πρέπει να αντέχουν στο χρόνο από το θέατρο και το σινεμά. Ότι συναίσθημα επιδιώκεις στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, ο θεατής πρέπει να το εισπράξει με το πρώτο άκουσμα. Στο δίσκο τυχαίνει σε όλους, να μας αρέσουν αρχικά κάποια τραγούδια και με τον καιρό να ανακαλύψουμε άλλα ωραία. Αυτό όμως δεν συμβαίνει στο θέατρο και το σινεμά. Το καθένα έχει τη χάρη του.

Προσωπικά είμαι πιο ελεύθερος στη δισκογραφία γιατί δεν έχω να εξυπηρετήσω το όραμα και τις ιδέες κάποιου άλλου. Στο δίσκο κάνεις ότι σου κατέβει κι εγώ έχω κάνει ο,τι μου κατέβει!

Συνέντευξη με τον Λουκιανό ΚηλαηδόνηΗ δημιουργία στην περίπτωση των κομματιών σας τι απαιτεί; Έμπνευση; Ερεθίσματα; Προβληματισμούς;

– Μιλάω από το ‘78 και μετά, που έγραφα στίχους γιατί πιο πριν, έπαιρνα στίχους και έβαζα κάποια μουσική που πίστευα πως ταίριαζε. Τα πέντε LP μέχρι το «Είμαι ένας φτωχός και μόνος Καουμπόι» έχουν 50 τραγούδια, για τα οποία γράφτηκαν πρώτα οι μουσικές και μετά μπήκαν τα λόγια. Έτσι δούλευε και ο Γκάτσος, ζητούσε κάποιες μουσικές και πάνω εκεί έγραφε τα λόγια. Σπανίως έδινε στίχους. Η μουσική είναι πιο ελεύθερο πράγμα και μπορεί να σε οδηγήσει σε στίχους, που το μυαλό σου δεν σου πήγαινε από την αρχή. Προϋπήρχε μια μουσική και με οδήγησε σε κάποιους περίεργους στίχους.
Όσον αφορά το μέρος τη δημιουργίας, σε αυτά τα 50 χρόνια, όλες οι ιστορίες που διηγούμαι είναι αληθινές ιστορίες της ζωής μου. Και τα Θερινά σινεμά υπήρξαν και η Ρίτα υπήρξε και η Βόλτα στη Βουλιαγμένη και λοιπά. Διηγούμαι με απλό τρόπο ιστορίες και βιώματά μου.

– Και πότε προσωπικά θεωρείτε ένα τραγούδι σας επιτυχημένο;

– Δεν με έχει απασχολήσει. Στην πρώτη φάση, όταν δούλευα με τον Μητσιά και άλλους και άκουγα μικρά παιδιά να τραγουδάνε τραγούδια μου, το θεωρούσα επιτυχημένο. Είναι άλλο το θέμα των πωλήσεων και άλλο τι εκτιμώ εγώ. Από κάθε δίσκο μου υπάρχουν 2-3 τραγούδια τα οποία τα θεωρώ ιδιαίτερα καλά αν και δεν έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Ο λόγος είναι πως έχω πετύχει έναν πολύ καλό συνδυασμού στίχων και μουσικής. Αυτά θεωρώ και λίγο αδικημένα γιατί ίσως δεν ακούστηκαν πολύ.

Συνέντευξη με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη– Τα «Μικροαστικά» αποτύπωσαν μια ολόκληρη εποχή για την Ελλάδα και ο κόσμος ταυτίστηκε μαζί τους. Σήμερα γιατί δεν γίνεται κάτι αντίστοιχο με τους νέους δίσκους ή τα τραγούδια;

– Γιατί έχει αλλάξει πολύ το κοινωνικό-πολιτικό σκηνικό. Όλα έχουν αλλάξει. Τον καιρό που βγήκαν τα Μικροαστικά και για αρκετά χρόνια μετά, το ραδιόφωνο είχε 4 σταθμούς, εκ των οποίων οι δύο έπαιζαν τραγούδια (ως επί το πλείστον το Δεύτερο Πρόγραμμα και η Υ.ΕΝ.Ε.Δ.) και δύο κανάλια τηλεόρασης. Όταν μετέδωσαν τον πρώτο μου live στο Λυκαβηττό το ’82, εκείνο το βράδυ όλη η Ελλάδα είδε έστω για λίγο από τη βραδιά. Ήταν διαφορετικές συνθήκες, που μπορούσες να περάσεις στον κόσμος μια καινούργια δουλειά. Επίσης δεν υπήρχε διάσπαση στα ακούσματα του κοινού. Τότε υπήρχαν τα λαϊκά (Ζαγοραίος, Αγγελόπουλος), το έντεχνο (Θεοδωράκης, Χατζιδάκις) και λίγοι που άκουγαν ξένα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 50 διαφορετικές κατηγορίες που ο καθένας ενδιαφέρεται αποκλειστικά για αυτό που θέλει να ακούσει. Είναι μια μεγάλη ιστορία που έχει σχέση με την ίδια την εποχή.

– Έχετε ακούσει τα τελευταία χρόνια κάτι από την ελληνική μουσική σκηνή που το έχετε ξεχωρίσει;

– Να σου πω την αλήθεια όχι. Είμαι από το ‘70 στη δουλειά και θυμάμαι την εντύπωση που μου έκανε όταν πρωτοάκουσα το Βαγγέλη Γερμανό, τον Γιάννη Μηλιώκα, τους Κατσιμιχαίους, το Φοίβο Δεληβοριά και άλλους. Είπα «εδώ κάτι γίνεται». Κάτι αντίστοιχο δεν έχω εντοπίσει τα τελευταία χρόνια.

– Το είδος της μουσικής σας, είναι πολυσυλλεκτικό από είδη όπως τζαζ, μπλουζ, κάουντρι, ροκ και άλλα. Σας αρέσει να πειραματίζεστε και να αυτοσχεδιάζετε γενικά;

– Ό,τι είδος μουσικής αγάπησα κατά καιρούς το έχω αφομοιώσει στη δουλειά μου. Πολλές φορές μπορεί να υπάρχουν ετερόκλητα στοιχεία μέσα στο ίδιο τραγούδι. Μπορεί να έχει μουσική από Επτάνησα μαζί με κάουντρι. Ένα κράμα διαφόρων επιδράσεων, μπορεί να συνυπάρχει στο ίδιο κομμάτι. Σε αυτό ευθύνονται η υποδομή μου και οι ρίζες μου, που ακουμπούν σε πολλά και διαφορετικά ακούσματα, με τα οποία μεγάλωσε η γενιά μου.

Συνέντευξη με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη

– Στο πρόσφατο live (στον Ιανό) κλείσατε με τραγούδια του Τσιτσάνη. Μετά από αυτό το διεθνές ταξίδι σας στη μουσική… Επιστροφή στις ρίζες;

– Πολλές φορές όταν παίζουμε μόνο φίλοι λέμε επτανησιακά, Τσιτσάνη, Θεοδωράκη, Άκη Πάνου Λοΐζο… αυτό έκανα κι εκείνο το βράδυ στον Ιανό. Αφού τελειώσω το οργανωμένο πρόγραμμα μου και μου ζητήσουν κι άλλο, παίζω τραγούδια που αγαπώ. Δεν είναι μόνο Τσιτσάνης είναι και Μάρκος (Βαμβακάρης) είναι και Παπαϊωάννου και Άκης Πάνου..

Συνέντευξη με τον Λουκιανό ΚηλαηδόνηΦέτος κλείνουν 30 χρόνια από το Πάρτι στη Βουλιαγμένη. Δώστε μας το κλίμα από εκείνη τη βραδιά Σας έχουν μπει σκέψεις να οργανώσετε την επέτειο των 30 χρόνων εκεί;

– Δεν μ αρέσουν τα επετειακά αν και κάπως έχει ακουστεί. Όπως είπα για το κλίμα της εποχής, η Βουλιαγμένη έγινε σε μια εποχή που ο κόσμος ήταν σε καλή διάθεση. Τότε το ΠΑΣΟΚ ήταν μόλις δύο χρόνια στην εξουσία, δεν είχε προλάβει να κάνει καταστροφή και ο κόσμος είχε αισιοδοξία και κέφι. Γι αυτό στη Βουλιαγμένη δεν κατέβηκαν μόνο ζευγάρια, κατέβηκαν γειτονιές ολόκληρες. Μου έλεγαν μάλιστα από τα εκδοτήρια πως άτομα έπαιρναν 30 και 40 εισιτήρια! Αυτή η διάθεση δεν υπάρχει στις μέρες μας.

Χαρακτηριστικό είναι επίσης πως η Βουλιαγμένη έγινε χωρίς περιφρούρηση, απλά με έναν αστυφύλακα και έναν λιμενικό. Αυτή τη στιγμή για να γίνει κάτι αντίστοιχο, χρειάζεσαι έναν ολόκληρο στρατό. Δεν υπήρχε τότε αυτή η κρυμμένη βία, που ζητά μια αφορμή για να εκδηλωθεί είτε στα γήπεδα είτε στις διαδηλώσεις.

– Βγάλατε τις συναυλίες από τους κλασσικούς χώρους. Τι σκεφτόσασταν;

– Αυτό ξεκίνησε από τη Βουλιαγμένη και ήταν κάτι που άφησε εκείνη η βραδιά, εκτός από το μέγεθος του πλήθος. Επιτέλους βγήκαμε από τα γήπεδα που ήταν ένας φριχτός χώρος. Βράδυ καλοκαιριού τα τσιμέντα έκαιγαν και ο κόσμος δεν μπορούσε να πιει κάτι. Η Βουλιαγμένη είχε μια αίσθηση ελευθερίας. Από εκεί νομίζω ξεκίνησαν το φεστιβάλ του Άρδα, τα Νεστόρια και άλλα. Η Βουλιαγμένη έγινε ένα χρόνο μετά την πρώτη φορά που έδωσα συναυλία στο Λυκαβηττό και επειδή ήταν πολύ ωραία εκείνη η βραδιά, ήθελα να ευχαριστήσω τον κόσμο καλώντας τον σε ένα πάρτι. Το κοινό θα μπορούσε να μην είναι ακίνητο σε μια εξέδρα, αλλά να κάτσει στην αμμουδιά να πιεί μια μπύρα να καπνίσει και να περάσει καλά…

Συνέντευξη με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη– Τι θέλατε να πετύχετε στη μουσική; Για ποια πράγματα, κοιτάζοντας την πορεία σας, αισθάνεστε υπερήφανος;

-Είναι δύο-τρία πράγματα για τα οποία είμαι υπερήφανος ή μάλλον χαρούμενος. Τα Μικροαστικά ήταν μια δουλειά που μου έδειξε έναν δρόμο για την πορεία μου. Η συνεργασία αυτή με τον Γιάννη Νεγρεπόντη, μου έδειξε έναν τρόπο να βλέπω τα πράγματα, με τον οποίο έκανα και τις επόμενες δουλειές. Εννοώ την κοινωνικό-πολιτική ματιά στα γεγονότα.
Σίγουρα η βραδιά στη Βουλιαγμένη ήταν σταθμός. Η συνεργασία μου με μια μπάντα από τη Νέα Ορλεάνη τους Preservation Hall Jazz Band, η συνεργασία μου με το Ελεύθερο Θέατρο, η μουσική για το «Θίασο» του Αγγελόπουλου… Είναι αυτές οι στιγμές που έχουν ξεχωριστή σημασία για μένα

– Τι θέλατε να φωνάξετε σε όλους του έλληνες;

-Δεν φτάνει μια γλώσσα. Με άλλο τρόπο πρέπει να μιλήσεις σε ένα κομμάτι κόσμου, αλλιώς σε άλλο. Αυτό που θα ήθελα να πω είναι: «Παιδιά τα πράγματα θα πάνε καλύτερα δεν γίνεται να πάνε χειρότερα, είμαι αρκετά αισιόδοξος για το μέλλον».

Συντάκτης: Άκης Αδαμόπουλος,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr