Υπάρχει μια πολύ διαδεδομένη άποψη, πως η δεύτερη φορά που θα πας Κωνσταντινούπολη θα είναι πολύ καλύτερη από την πρώτη. …
Σαν σήμερα 29 Μαΐου 1453: Ἡ Πόλις ἐάλω
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 αποτέλεσε ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία. Σηματοδοτεί τη μετάβαση από τη μεσαιωνική εποχή στους νεότερους χρόνους. Η θυσία του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πολλούς θρύλους, όπως αυτόν του «μαρμαρωμένου βασιλιά».
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε ήδη καταρρεύσει λίγο πριν την άλωση. Την εποχή εκείνη περιελάμβανε την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρα, καθώς επίσης και το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου με επίκεντρο τον Μυστρά. Είχε εξασθενήσει και είχε διαιρεθεί από τις θρησκευτικές έριδες, τις εμφύλιες διαμάχες, τις σταυροφορίες, το φεουδαρχικό σύστημα, τις συνεχόμενες απειλές από πολλούς εχθρούς. Έμεινε μόνη και χωρίς βοήθεια από τη Δύση. Υπήρχε μόνο ως όνομα, παραμένοντας στη σκιά του ένδοξου παρελθόντος.
Μέσα σε αυτό το κλίμα διάλυσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ο Μωάμεθ προετοίμαζε την επιχείρηση για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τις αρχές του 1453. Συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών με έδρα την Ανδριανούπολη και ναυτικό με 400 πλοία. Το πυροβολικό του είχε ως κύριο χαρακτηριστικό τον σύγχρονο εξοπλισμό. Έτσι, στις 6 Απριλίου ο σουλτάνος, στήνοντας τη σκηνή του μπροστά από την πύλη του Αγίου Ρωμανού, κήρυξε την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Το προφίλ των δύο αντίπαλων ηγετών
Ο Μωάμεθ Β΄ (το πραγματικό του όνομα ήταν Μεχμέτ Β΄) βρισκόταν σε ηλικία μόλις 21 ετών. Σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο Βασίλιεφ ήταν σκληροτράχυλος και φιλοπόλεμος. Υπέκυπτε στα κατώτερα πάθη και ταυτόχρονα ενδιαφερόταν για τη μόρφωσή του, για τις επιστήμες και είχε και τα χαρίσματα του στρατηγού, του πολιτικού και του οργανωτή. Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης του είχε γίνει εμμονή. Μάλιστα, υπήρχε η φήμη ότι έμεινε άυπνος για πολλές νύχτες χαράσσοντας στον χάρτη το σχέδιο της πόλης, επισημαίνοντας τα σημεία από τα οποία θα μπορούσε να γίνει η εισβολή.
Από τη στιγμή που πήρε την απόφαση για την πολιορκία της Πόλης, ο Μωάμεθ Β’οργάνωνε με μεγάλη προσοχή το χτύπημα, χτίζοντας στα βόρεια της πόλης και στο πιο στενό σημείο του Βοσπόρου φρούριο, το Ρούμελι Χισάρ και τοποθετώντας εκεί κανόνια με την πιο προηγμένη τεχνολογία. Το φρούριο αυτό σε συνδυασμό με το οχυρό που ήδη υπήρχε στην ασιατική ακτή απέκοπτε τη θαλάσσια επικοινωνία της Κωνσταντινούπολης με τα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου και κατά συνέπεια στερούσε από την πόλη τις ενισχύσεις και τα εφόδια. Έπειτα, ο Μωάμεθ Β΄ έστειλε τον Ταραχάν μπέη να εισβάλει στις βυζαντινές περιοχές της Πελοποννήσου και να εμποδίσει τους αδελφούς του Κωνσταντίνου, οι οποίοι διοικούσαν το Δεσποτάτο του Μυστρά, να στείλουν ενισχύσεις.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος είχε στην εξουσία του την Κωνσταντινούπολη και τις περιοχές γύρω από αυτήν, φτάνοντας μέχρι τη Θράκη και το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, που βρισκόταν μακριά και υπό την κυριαρχία των αδελφών του. Ο Κωνσταντίνος διακρινόταν για τη γενναιότητα και την ενεργητικότητά του και κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να σώσει την αυτοκρατορία. Σύμφωνα με τον Ιταλό ανθρωπιστή Φραντζέσκο Φίλελφο, ήταν άνθρωπος «με ευσεβές και ανώτερο πνεύμα».
Μετέφερε στην Πόλη όλες τις ποσότητες των σιτηρών που είχαν συγκεντρωθεί και επισκεύασε τα τείχη της πόλης. Έκλεισε με βαριά αλυσίδα την είσοδο του Κεράτιου Κόλπου προκειμένου να αποτραπεί η διείσδυση του εχθρικού στόλου, όπως γινόταν κάθε φορά σε καταστάσεις πολιορκίας. Η φρουρά της πόλης όμως αποτελούνταν μόνο από λίγες χιλιάδες στρατιώτες. Ζήτησε βοήθεια από τη Δύση, αλλά δεν έφτασαν ποτέ ενισχύσεις. Έφτασε μόνο ένας καρδινάλιος ελληνικής καταγωγής, ο Ισίδωρος, ο οποίος μάλιστα τέλεσε λειτουργία στην Αγία Σοφία, προκαλώντας τις αντιδράσεις των ανθενωτικών που αποδοκίμασαν τον αυτοκράτορα.
Δείτε επίσης: Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης. Χώρος θρησκευτικός ή μουσείο;
Η πολιορκία και η άλωση
Στις 6 Απριλίου ο Μωάμεθ Β΄ κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Πόλης. Ο οθωμανικός στρατός έφτανε τους 35.00-45.000 στρατιώτες, ενώ ο βυζαντινός στρατός, σύμφωνα με τον Σφραντζή, αποτελούνταν από 4.937 Βυζαντινούς στρατιώτες και 2.000 περίπου ξένους. Η πολιορκία κράτησε δύο μήνες. Το βράδυ της 29 Μαΐου εκδηλώθηκε γενική τουρκική επίθεση, συνδυασμένη από τρεις πλευρές ταυτόχρονα. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να περάσουν κάτω από τα τείχη μέσα από τις υπόγειες σήραγγες, τις οποίες οι Βυζαντινοί είχαν καταφέρει να αποκόψουν. Παρά την αριθμητική υπεροχή των Τούρκων, οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκρούσουν τις δύο πρώτες επιθέσεις. Ωστόσο, η τρίτη και τελευταία επίθεση ήταν προσεκτικά οργανωμένη, καθώς σημειώθηκε κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου πολεμούσε και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας. Ένας από τους κύριους υπερασπιστές των τειχών ο Γενουάτης Ιουστινιάνης τραυματίστηκε σοβαρά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μάχη, γεγονός που είχε αρνητική επίδραση στο ηθικό του βυζαντινού στρατού.
Ακόμη, όμως, και μετά από αυτήν την επιτυχία οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να διεισδύσουν στην Πόλη. Ωστόσο, στα τείχη δημιουργούνταν συνεχώς ρήγματα και ο Αυτοκράτορας πολεμώντας ως απλός στρατιώτης έπεσε στη μάχη. Για τον θάνατό του δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση οι Τούρκοι κατάφεραν, ύστερα από εσωτερική προδοσία, να μπουν από την Κερκόπορτα και να περικυκλώσουν τον βυζαντινό στρατό.