Το Netflix μας κράτησε την καλύτερη συντροφιά την περίοδο της καραντίνας. Είδαμε, αν όχι όλες, τις περισσότερες σειρές. Εκτός από …
Πώς το «Tick Tick…Boom!» επαναπροσδιόρισε τα μιούζικαλ
Ο Άντριου Γκάρφιλντ μετενσάρκωσε μία μουσική ιδιοφυΐα φέρνοντας μία μποεμική ραψωδία στην άνεση του Netflix.
Το έργο του Τζόναθαν Λάρσον, η μποέμ κουλτούρα και το «Tick Tick…Boom!»
Ο Τζόναθαν Λάρσον,πατέρας του «Rent»-του ροκ μιούζικαλ που μετά από ένα βραβείο Τόνι για καλύτερο μιούζικαλ και ένα βραβείο Πούλιτζερ για καλύτερο θεατρικό έργο ως πρώτο στο είδος του άνοιξε τις πόρτες του Broadway στην queer κουλτούρα και τα ταμπού της σεξουαλικότητας και των ναρκωτικών-μετενσαρκώνεται στη μεγάλη οθόνη 26 χρόνια μετά από τον θάνατο του μέσα από τον Άντριου Γκάρφιλντ στο «Tick,Tick…Boom!».
Με 12 χρόνια συνεχών sold out παραστάσεων στο Broadway ο Johanathan Larson εγκαίνιασε με δυστυχώς τον θάνατό του και την πρεμιέρα του «Rent» το 1996, μία νέα εποχή για τα μιούζικαλ. Η εποχή, όπου η αντισυμβατικότητα και η μποέμ κουλτούρα αναγνωρίζονται ως ένα μέρος της ζωής και δεν κρύβονται πλέον στα αρχεία μουσικών παραγωγών. Λίγο αργότερα φυσικά δεν άργησε και η εμφάνιση μιούζικαλ όπως το «Hedwig and the Angry Inch» αλλά και το «In the Heights» και το «Hamilton»,τα οποία δεν είναι μουσικά έργα κανενός άλλου πέρα από του ουσιαστικού φορέα του «Tick,Tick…Boom!» στη μεγάλη οθόνη, του πλέον και σκηνοθέτη-εκτός από μουσικού,στιχουργού και ηθοποιού-Λιν Μανουέλ Μιράντα.
Το σκηνοθετικό ντεπούτο του Λιν Μανουέλ Μιράντα
Γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τι σημαίνει απόρριψη και καινοτομία έπειτα από την πολυπόθητη επιτυχία του «In the Heights» και του «Hamilton»-των πρώτων ραπ μιούζικαλ στην ιστορία του Broadway- στα βραβεία Τόνι, όπως και τις επικριτικές ματιές και τα “όχι” που προηγήθηκαν πριν τα δοξασμένα sold out, ο Λιν Μανουέλ Μιράντα στο «Tick,Tick…Boom!» δεν εστιάζει στην ωραιοποιημένη εκδοχή του θεατρικού χώρου.Δεν επικεντρώνεται ούτε στα βραβεία του «Rent», ούτε στις διθυραμβικές κριτικές που απέσπασε, ούτε στις δοξασμένες ημέρες που ήρθαν για όλους τους περιθωριοποιημένους ηθοποιούς και πάνω από όλα θεατές,που είδαν τη φτώχεια, τα ναρκωτικά και την ομοφυλοφιλία των 90s να σβήνονται από την λίστα των ταμπού και να αποκτούν ουσία στη θεατρική σκηνή.
Αντιθέτως,με το «Tick Tick Boom!» ο Λιν Μανουέλ Μιράντα επιλέγει να συνθέσει μια κινηματογραφική ωδή στα άϋπνα βράδια, τα απλήρωτα νοίκια και τα τηλεφωνήματα χωρίς απάντηση στη ζωή μίας μουσικής ιδϊοφυίας, που κάπου ανάμεσα στις διπλές βάρδιες ως σερβιτόρος σε ένα εστιατόριο της Νέας Υόρκης προσπαθεί να πετύχει το μυθικό για πολλούς “αμερικάνικο όνειρο”.
Η πλοκή και η γέννηση του «Tick,Tick…Boom!»
Ο ίδιος ο τίτλος «Tick,Tick…Boom!» σηματοδοτεί την λεξική προσωποποίηση μίας βόμβας που ετοιμάζεται να εκραγεί. Στο αυτοβιογραφικό αυτό έργο, το ρολόι για τον Λάρσον είναι τα χρόνια που περνούν μονότονα και το ίδιο παθητικά κάθε χρονιά που περνάει,οδηγώντας τον προς ένα στόχο που δεν φαίνεται να υλοποιείται ποτέ,το “μπαμ” της επιτυχίας,η οποία για εκείνον είναι άφαντη. Γεγονός που γίνεται όλο και πιο αισθητό, με αφορμή τον ερχομό των “τρομακτικών” στα μάτια του 30ων του γενεθλίων, μεγιστοποιώντας έτσι το προϋπάρχον και ήδη αυξημένο υπαρξιακό του άγχος όσον αφορά τη μηδενική μέχρι στιγμής επαγγελματική καταξίωση του.
Τα πυρομαχικά του Λάρσον στο καθυστερήμενο ΄΄μπαμ΄΄ της επιτυχίας είναι το μιούζικαλ επιστημονικής φαντασίας «Superbia», το οποίο προσπαθεί να ολοκληρώσει επί 8 χρόνια και του οποίου τη σύνθεση καταλήγει να μην τελειώσει ποτέ παρά την ευκαιρία που του δόθηκε να παρουσιάσει τη δουλειά του σε μεγάλους μουσικούς παραγωγούς. Γιατί, παρά τα πολυπόθητα εγκώμια από τους παρόντες μουσικούς παραγωγούς και κυρίως από το΄΄μουσικό νονό΄΄του Λάρσον,Στίβεν Σόντχαϊμ, από το «Superbia» λείπει ένα τραγούδι από το τέλος της δεύτερης πράξης, που θα οδηγήσει στο λεγόμενο΄΄μπαμ΄΄. Και παρόλο που το τραγούδι ΄΄βρέθηκε΄΄, το πολυπόθητο΄΄μπαμ΄΄ του «Superbia» δεν έγινε ποτέ. Με το κυνήγι της αναγνώρισης να γίνεται όλο και πιο απαισιόδοξο, κάποια στιγμή τα βράδια χωρίς έμπνευση φτάνουν στο τέλος τους. Όχι,όμως,γιατί ο Τζόναθαν βρήκε το ιδανικό κομμάτι για να ολοκληρώσει το παζλ του «Superbia». Αλλά, γιατί συνέθεσε ένα έργο που βασίζεται στην πραγματική ζωή και όχι σε ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η επαγγελματική επιτυχία, οι απλήρωτοι λογαριασμοί που συνεχίζουν να αυξάνονται όσο το πορτοφόλι συνεχίζει να αδειάζει, η συνειδητοποίηση πως η νιότη δεν διαρκεί αιώνια και ο θάνατος νέων ανθρώπων είναι δυστυχώς πιθανός, είναι όλα μέλη μίας θεματικής που δεν ανήκουν αποκλειστικά μόνο στη ζωή του Λάρσον, αλλά και στον θεατή που κρύβεται πίσω από την οθόνη. Έτσι, ο Τζόναθαν ξεκίνησε να γράφει αυτό που βλέπουμε σήμερα στις οθόνες.
Έτσι τόσο απλά, στο «Tick,Tick…Boom!» γράφει για τη ζωή. Γιατί, ακόμα και αν περιστασιακά του είναι δυσάρεστη, είναι αληθινή. Έτσι και οι χαρακτήρες του «Tick,Tick…Βοοm!» δεν αποτελούν μέρος σεναρίου μυθοπλασίας. Αντίθετα, είναι απόλυτα ανθρώπινοι, καθημερινοί. Η ζωή τους, χωρίς υλικές πολυτέλειες. Μπορεί να σου θυμίζει τον εαυτό σου, τον φίλο σου, τον γείτονά σου. Και με λίγες μουσικές νότες και λίγες ομοιοκαταληξίες, ίσως η ζωή σου να μη μοιάζει τόσο δυσάρεστη πλέον. Ακόμα και αν περιέχει απλήρωτους λογαριασμούς, διπλές βάρδιες, αποτυχημένες σχέσεις ή και θάνατο.
Η ερμηνεία του Άντριου Γκάρφιλντ
Ο Άντριου Γκάρφιλντ πιστός στο μοτίβο αυτό της λιτότητας, αν και συγκριτικά με το υπόλοιπο καστ της ταινίας δεν είναι τεχνικά εκπαιδευμένος τραγουδιστής (όπως ο κινηματογραφικός του φίλος που υποδύεται o δύο φορές υποψήφιος για βραβείο Τόνι Ρόμπερτ ντε Χέσους ή η σύντροφος του την οποία ερμηνεύει η Αλεξάντρα Σιπ), υποδύεται χωρίς υπερβολική θεατρικότητα συνοδευόμενη είτε από αφύσικο ενθουσιασμό είτε δάκρυα-όπως συνηθίζεται στα μιούζικαλ-με απόλυτη ακρίβεια έναν γοητευτικά ιδιόρρυθμο καλλιτέχνη, που παρά τα περιστασιακά ελαφρώς μουσκεμεύνα του μάτια, δεν παύει να μαγνητίζει με την πρόσχαρη αύρα του και τις καρτουνίστικες χορευτικές κινήσεις του την προσοχή σε όποιο δωμάτιο εισέλθει. Το εναλασσόμενο προφίλ μίας τέτοιας εγκάρδιας ερμηνείας καταλήγει να μείνει αξέχαστο, ακόμα και αν δε συνοδεύεται από τη φωνή ενός αλάνθαστου τενόρου.
Η θεατρική κληρονομιά του «Tick,Tick…Boom!»
Κάπου ανάμεσα σε ένα χιλιοσκισμένο μπλοκάκι, όπου ο ένας στοίχος σβήνεται μετά τον άλλο και τις κλήσεις σε παραγωγούς χωρίς απάντηση, ο Τζόναθαν Λάρσον δίνει μαθήματα ενηλικίωσης πρώτα στον ίδιο του τον εαυτό και έπειτα στο κοινό του μέσα από τις αθάνατες πλέον μελωδίες του «Tick,Tick…Boom!» και τον αγγελιοφόρο τους Άντριου Γκάρφιλντ. Η αποτυχία, όπως συνειδητοποίησε, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της επιτυχίας, έστω και αν το ΄΄μπαμ΄΄ αργήσει, έστω και αν ο δημιουργός του δεν πρόλαβε να το μαρτυρήσει με τα μάτια του. Γιατί, όπως απέδειξε η σαρωτική επιτυχία πρώτον του μιούζικαλ και πλέον και της ταινίας, υπάρχουν πολλοί Τζόναθαν εκεί έξω που αποζητούν αποδοχή, πριν την έκρηξη. Ο Λάρσον με το «Tick,Tick…Boom!» πρόσθεσε στο ρολόι των μελλοντικών ονειροπόλων λίγα λεπτά ακόμα, ενώ στο τέλος μας δίδαξε πως το ΄΄μπαμ΄΄ δεν είναι απαραίτητα καταστροφή και καπνός. Μπορεί να είναι πηγή φωτός, ένα πυροτέχνημα. Μία νέα αρχή. Ακόμα και αν αργήσεις να ξεκινήσεις.
Χώρα και έτος παραγωγής:ΗΠΑ,2021
Παραγωγή:Μπράιαν Γκρέιζερ, Ρον Χάουαρντ, Τζούλι Ο,Λιν Μανουέλ Μιράντα
Σκηνοθεσία:Λιν-Μανουέλ Μιράντα
Σενάριο:Στίβεν Λέβενσον
Φωτογραφία:Άλις Μπρουκς
Μοντάζ: Μάιρον Κερστάιν, Άντριου Βάισμπλουμ
Μουσική:Τζόναθαν Λάρσον
Πρωταγωνιστούν:Άντριου Γκάρφιλντ,Αλεξάντρα Σιπ,Ρόμπιν Ντε Χέσους,Τζόσουα Χένρι,Τζούντιθ Λάιτ,Βανέσα Χάτζενς,
Διάρκεια:121 λεπτά
Πλατφόρμα:Netflix