Πώς να επιλέξω ψυχοθεραπευτή-ψυχολόγο, χωρίς να κινδυνεύω;

Συντάκτης: Έλενα Αμμολοχίτου, Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια

Συχνά στην κλινική δουλειά μας συναντάμε ανθρώπους «κακοποιημένους» από διάφορους «ψυχοθεραπευτές», τόσο από κάποιο δημόσιο πλαίσιο, όσο και από ιδιωτικό. Είναι ένα θέμα το οποίο συχνά συναντάμε με πολλούς τρόπους, όσοι ασχολούμαστε κλινικά με ανθρώπους, κάνοντας συνεδρίες.

Αυτό με έκανε να σκεφτώ τη παροχή κάποιων πληροφοριών –στοιχείων που τουλάχιστον θα μπορούσαν να διασφαλίσουν μερικά βασικά χαρακτηριστικά που θεωρούμε απαραίτητο να υπάρχουν σε έναν επαγγελματία υγείας, που αναλαμβάνει ανθρώπους σε ψυχοθεραπεία ή συμβουλευτική.

Καταρχήν, ίσως για πολλούς δεν είναι ξεκάθαρη η διαφοροποίηση μεταξύ ψυχολόγου και ψυχοθεραπευτή, ενώ υπάρχει.

Ο ψυχολόγος έχει κάνει σπουδές στην Ψυχολογία, δηλαδή στο αντίστοιχο τμήμα Πανεπιστημίου και θα πρέπει να διαθέτει άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος, η οποία του δίνει το δικαίωμα να αναλαμβάνει ανθρώπους, κυρίως σε συμβουλευτική.

Οι σύμβουλοι ψυχικής υγείας, coaches ή άλλες παρόμοιες προσφωνήσεις δεν έχουν κάνει σπουδές ψυχολογίας (ή δεν έχουν άδεια εξασκήσεως του επαγγέλματος του ψυχολόγου). Πιθανόν έχουν κάνει κάποιες άλλες σπουδές παρεμφερείς (π.χ. κοινωνιολογία ή άλλες) ή και όχι… Κάποιοι παρακολουθούν 3μηνα ή 6μηνα σεμινάρια σε διάφορους φορείς και οικειοποιούνται τον τίτλο του «ψυχοθεραπευτή»…

Προχωρώντας, είναι απαραίτητο να τονίσω ότι ο τίτλος του ψυχοθεραπευτή (αν και δεν είναι νομικά κατοχυρωμένος), προϋποθέτει επιπλέον σπουδές εξειδίκευσης, που παρέχονται από Εταιρείες πιστοποιημένες, διαφόρων θεωρητικών κατευθύνσεων (π.χ. ψυχαναλυτική, γνωσιακή, συστημική κ.ά.).

Στον ελληνικό χώρο υπάρχουν αρκετές, περισσότερο ή λιγότερο πιστοποιημένες, που παρέχουν αυτήν την επιπλέον εκπαίδευση και το επιπλέον πτυχίο, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εκπαιδευόμενος έχει αρχίσει, προχωρήσει και ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του, που συνήθως είναι πολυετής και ενδεικτικά περιλαμβάνει: προσωπική θεραπεία (απαραίτητη, για να μπορεί κάποιος να εργαστεί κλινικά), θεωρητικά σεμινάρια, εποπτεία και τελική εργασία. Εδώ, είναι σημαντικό να τονίσω ότι στις περισσότερες εταιρείες γίνεται προκαταρκτικά μια επιλογή-αξιολόγηση υποψηφίων εκπαιδευόμενων, μέσα από τουλάχιστον τρεις διαφορετικές συνεντεύξεις που λαμβάνουν χώρα από διαφορετικούς εκπαιδευτές-αναλυτές.

Στη συνέχεια και ερχόμενη στο θέμα των κριτηρίων επιλογής ψυχοθεραπευτή θα τονίσω ότι:

α)είναι σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι κάποιος είναι ψυχοθεραπευτής, δηλ. ότι έχει παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα μιας εταιρείας και έχει κάνει προσωπική θεραπεία

β)είναι επίσης πολύ σημαντικό να νιώσουμε ότι κάποιος μας ταιριάζει τόσο ως προσωπικότητα, όσο και ως θεωρητική προσέγγιση πάνω στην οποία εκπαιδεύτηκε.

Άρα, γίνεται φανερό ότι ο υποψήφιος θεραπευόμενος χρειάζεται να πραγματοποιήσει μία η περισσότερες συνεδρίες, ώστε να διαπιστώσει αν μπορεί να εμπιστευτεί και να «συμπορευτεί» με κάποιον συγκεκριμένο θεραπευτή. Κάποιες φορές μπορεί να συμβεί κάποιος να νιώσει ότι δυσκολεύεται να ανοιχτεί ή να επικοινωνήσει με κάποιον επαγγελματία υγείας, παρότι αυτός διαθέτει τη βασική, απαραίτητη εκπαίδευση.

Επίσης, γίνεται φανερό ότι η ψυχοθεραπευτική εκπαίδευση παρέχει επιπλέον εξειδικευμένες γνώσεις, εμπεριστατωμένες και οργανωμένες για το ψυχικό όργανο (τεχνική, κανόνες, εποπτεία και δεοντολογία) καθώς και προσωπική θεραπεία, στοιχεία απαραίτητα για την ανάληψη ανθρώπων σε ψυχοθεραπεία, προκειμένου για την προστασία των θεραπευόμενων από «κακοποιήσεις» και αστοχίες.

Σ’ αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, όταν οι άνθρωποι απευθύνονται σε ψυχολόγους ή ψυχοθεραπευτές, συνήθως ταλανίζονται από διάφορα θέματα που δεν καταφέρνουν να διαχειριστούν (συμπτώματα, δυσκολίες στις σχέσεις κ.λπ.), τα οποία τους κάνουν να νιώθουν ευαλωτότητα και αδυναμία. Έτσι, η ενσυναίσθηση και το ήθος θα πρέπει να προστεθούν στα κύρια χαρακτηριστικά ενός ψυχοθεραπευτή.

Στη συνέχεια, ολοκληρώνοντας τον κατάλογο των απαιτούμενων χαρακτηριστικών θα πρόσθετα την ουδετερότητα και την αποχή. Αποχή σημαίνει ότι ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος δεν ενδείκνυται να έχουν καμία άλλη συναλλαγή ή σχέση πέραν αυτής των συνεδριών. Δεν μπορούν να είναι νυν ή πρώην φίλοι, σύντροφοι, συγγενείς ή γνωστοί κ.λπ. Θα πρέπει να είναι άγνωστοι μεταξύ τους και να τηρηθεί αυτή η απόσταση καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας, προκειμένου να διασφαλιστεί η ουδετερότητα.

Η αποχή επιτρέπει στον θεραπευτή να «ακούει» αντικειμενικά και αμερόληπτα τον θεραπευόμενο, παρεμβαίνοντας με γνώμονα το συμφέρον και το όφελός του, αποφεύγοντας την προσωπική του εμπλοκή, όπως ίσως θα συνέβαινε σε μία φιλική σχέση. Τα παραπάνω διασφαλίζονται επίσης από την εκπαίδευση και την προσωπική θεραπεία και εποπτεία του θεραπευτή.

Ολοκληρώνοντας, θα έλεγα ότι ένας θεραπευτής πρέπει να διαθέτει: ήθος, ενσυναίσθηση, ανάλογη εκπαίδευση και προσωπική θεραπεία, έτσι ώστε ο θεραπευόμενος να νιώθει εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Καταλαβαίνουμε ότι και η προσωπικότητα του θεραπευτή παίζει καθοριστικό ρόλο κυρίως στο πώς μπορεί να συγκεράσει όλα τα παραπάνω.

Θα ήθελα να κλείσω αυτό το άρθρο με μια ρήση του αείμνηστου Ματθαίου Γιωσαφάτ, εξαίρετου δάσκαλου και αναλυτή που έλεγε: “η ψυχοθεραπεία είναι επιστήμη και τέχνη μαζί”.

Αμμολοχίτου Έλενα, Κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια

Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Αναλυτικής,

Ομαδικής & Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας

Ειδικευμένη σε ατομική ψυχοθεραπεία  & θεραπεία ζεύγους

Συντάκτης: Έλενα Αμμολοχίτου, Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια

Influence:

Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Αναλυτικής, Ομαδικής & Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας…