Ποιά είναι η διαφορά της μητρικής με την πρώτη γλώσσα και της δεύτερης με την ξένη γλώσσα;

Συντάκτης: Κλεωνάντα Χρούμπ

Οι θεωρίες της απόκτησης της δεύτερης γλώσσας, αποτελούν έναν επιστημονικό κλάδο συνεχώς αναπτυσσόμενο, ως αφορμή των διαφορετικών κοινωνικών φαινομένων και αναγκών, όπως αυτόν της μετανάστευση και του προσφυγικού.

Ωστόσο ως μια νέα επιστήμη αντιμετωπίζει κάποια ζητήματα ορολογίας. Καλούμαστε λοιπόν να αποσαφηνίσουμε όσο πιο απλά γίνεται τις διαφορές μεταξύ φαινομενικά ταυτόσημων όρων. Οι όροι αυτοί είναι η πρώτη με την μητρική γλώσσα και η δεύτερη με τη ξένη γλώσσα.  

Η μητρική και η πρώτη γλώσσα έχουν πολλά κοινά, σχεδόν αντιμετωπίζονται ως συνώνυμα στην επιστημονική βιβλιογραφία. Μητρική είναι η γλώσσα με την οποία καθιερώνεις μια διαρκή σχέση επικοινωνίας. Χαρακτηρίζεται και ως η γλώσσα στο σπίτι, η γλώσσα με την οποία επικοινωνεί η μητέρα με το παιδί, αυτή με την οποία ταυτίζεσαι περισσότερο και αυτή με την οποία σε ταυτίζουν οι άλλοι. 

Η πρώτη γλώσσα κάποιου μπορεί να είναι και η μητρική του, αλλά όχι απαραίτητα. Γιατί;

Επειδή οι ειδικοί του χώρου, ορίζουν ως πρώτη γλώσσα κάποιου τη γλώσσα που αποκτά ένα παιδί συστηματικά, είτε μέσω σχολικής εκπαίδευσης, είτε μέσω κοινωνικοποίησης, όπως η οικογένεια, ειδικά στην περίπτωση όπου οι δύο γονείς μιλούν διαφορετικές γλώσσες. Π.χ. η μητέρα να είναι από Σερβία και ο πατέρας από Ελλάδα και να ζουν στην Ελλάδα, οπότε η μητέρα μπορεί να μιλάει σέρβικα (μητρική) στο παιδί στο σπίτι και το παιδί να κατακτάει από το σχολείο τα ελληνικά (πρώτη γλώσσα).

Ο διαχωρισμός δεύτερης με την ξένη γλώσσας είναι πιο απλός. Δεύτερη είναι η γλώσσα στην οποία θα εκτεθεί ένα παιδί ή ενήλικας αν φύγει από την πατρίδα του, μετά την απόκτηση της μητρικής γλώσσας, έξω από το οικογενειακό του περιβάλλον και συνήθως  η γλώσσα που είναι κυρίαρχη και χρησιμοποιείται ευρέως από το κοινωνικό σύνολο, στο οποίο μεγαλώνει ο μαθητής.

Ξένη είναι η γλώσσα που μαθαίνει κανείς στο σχολείο ή στο φροντιστήριο και δεν υπάρχει συγκεκριμένος χώρος χρήσης της γλώσσας εκτός της σχολικής αίθουσας και διδακτικής ώρας. Ωστόσο και σ’ αυτή τη περίπτωση μπορεί να ταυτιστούν οι δύο όροι, όταν για παράδειγμα ο ίδιος μετακομίσει στη χώρα που μιλιέται η γλώσσα ή αν τη χρησιμοποιεί εντατικά στο χώρο εργασίας του. Αν μαθαίνουμε, για παράδειγμα, γαλλικά σε φροντιστήριο και μετακομίσουμε μόνιμα στη Γαλλία για επαγγελματικές υποχρεώσεις, τότε η ξένη γλώσσα γίνεται και η δεύτερη.

Συντάκτης: Κλεωνάντα Χρούμπ,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr.