Πνευμονία: συμπτώματα, αντιμετώπιση, προφύλαξη
Η πνευμονία είναι μια οξεία λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος, που προκαλείται συνήθως από μικρόβια. Όμως, η χρήση του όρου «πνευμονία» περιλαμβάνει και τις πνευμονικές λοιμώξεις, οι οποίες δεν οφείλονται σε μικρόβια αλλά σε διάφορους μικροοργανισμούς. Συχνά, καταρροϊκά συμπτώματα και επιδημίες ινφλουέντσας συνοδεύονται από την αύξηση των κρουσμάτων της πνευμονίας. Στη χώρα μας, ευτυχώς, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και η χρήση των αντιβιοτικών έχουν βοηθήσει στον έλεγχο και τη μείωση της θνησιμότητας από τη νόσο.
Πως προκαλείται;
Οι πνευμονίες είναι μικροβιακές και μη μικροβιακές. Στις μικροβιακές συγκαταλέγονται η πνευμονιοκοκκική, η άτυπη, η σταφυλοκοκκική, από αιμόφιλο ινφλουέντσας, από GRAM αρνητικό βακτήριο, πνευμονία από αναερόβια. Πνευμονία μπορεί να προκληθεί και από ιούς, μύκητες, παράσιτα, αδενοϊούς, ανεμοβλογιά, ρινοϊούς, από ινφλουέντσα Α και Β κ.α.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η πνευμονία εκδηλώνεται ξαφνικά με ρίγος, υψηλό πυρετό – χαρακτηριστικό σύμπτωμα πνευμονίας- και κακουχία. Το πρόσωπο κοκκινίζει, ενώ πολλές φορές εμφανίζεται επιχείλιος έρπης, ειδικά τις πρώτες μέρες από την «εισβολή» της λοίμωξης στον οργανισμό. Επιπλέον, συνυπάρχουν πόνος στο θώρακα, βήχας με φλέγματα και δυσχέρεια αναπνοής. Ο πυρετός διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, μέχρις ότου ο ασθενής αρχίσει να ανταποκρίνεται στη θεραπεία. Τα συμπτώματα που θα πρέπει να οδηγήσουν επειγόντως στο γιατρό είναι ο υψηλός πυρετός, που συνοδεύεται από ρίγος και από ήπιο ή έντονο θωρακικό πόνο.
Πως μεταδίδεται;
Η πνευμονία μπορεί να μεταδοθεί από εισπνοή σκόνης, που αποτελείται από μικροσωματίδια και περιέχει μικρόβια, και από την εισπνοή σταγονιδίων, που περιέχουν μικρόβια, τα οποία εκτοξεύονται με το βήχα ή το φτέρνισμα. Πολλοί από τους μικροοργανισμούς που προκαλούν λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος υπάρχουν στην περιοχή του στοματοφάρυγγα και είναι «συγκάτοικοι» του οργανισμού μας. Αυτοί είναι ο στρεπτόκοκκος της πνευμονίας, ο αιμόφιλος της ινφλουέντσας, ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος και τα αναερόβια βακτηρίδια. Επίσης, το αναπνευστικό σύστημα ασθενών που έχουν χρόνια πνευμονική νόσο, όπως χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσιμα, κυστική ίνωση, είναι ευάλωτο στη νόσο.
Η διάγνωση είναι εύκολη;
Γενικά, το ιστορικό και η εξέταση του ασθενούς, οι αναλύσεις αίματος, η καλλιέργεια αίματος και πτυέλων (η οποία πρέπει να γίνει πριν ο ασθενής πάρει οποιαδήποτε φαρμακευτική αντιβιοτική αγωγή), η ακτινογραφία θώρακα και η ύπαρξη ειδικών αντισωμάτων στο αίμα βοηθούν στο να γίνει η διάγνωση της πνευμονίας, ενώ, σε πολλές περιπτώσεις, να αναγνωριστεί ο παράγοντας που την έχει προκαλέσει.
Πως αντιμετωπίζεται;
Η γνώση είναι η σωστή χρήση των αντιβιοτικών, που στηρίζεται στα αποτελέσματα των εργαστηριακών ευρημάτων, έχουν βοηθήσει αρκετά στην αντιμετώπιση της πάθησης. Η ανταπόκριση του ασθενούς στην αντιβίωση και ο χρόνος έναρξης της αντιβίωσης παίζουν σημαντικό ρόλο για τη διάρκεια της ασθένειας. Η θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση αντιβίωσης, ανάλογα με το μικρόβιο που έχει προκαλέσει τη νόσο. Εάν δεν έχει απομονωθεί ένα συγκεκριμένο μικρόβιο, η αντιβίωση θα δοθεί ανάλογα με τα ευρήματα που θα βρεθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις ασθενών με χρόνια προβλήματα ή ηλικιωμένων ή παιδιών, η διάγνωση της πνευμονίας πιθανότατα να επιβάλλει και την εισαγωγή του ασθενούς σε νοσοκομείο.