Οι εξαρτήσεις πηγάζουν από τη δυστυχία, η συμπόνια ίσως να είναι η θεραπεία

Συντάκτης: Σπυριδούλα Τσομή

Το άρθρο που επέλεξα να μοιραστώ σήμερα δεν είναι γραμμένο από εμένα. Όμως αγγίζει ένα ευαίσθητο κοινωνικό θέμα με την επιστημονική ματιά του συγγραφέα του. Τι είναι οι εξαρτήσεις, πως δημιουργούνται οι εθισμοί, από πού πηγάζουν;

«Στη Βόρεια Αμερική, δύο θεωρήσεις τροφοδοτούν τις κοινωνικές στάσεις απέναντι στην εξάρτηση. Η πρώτη είναι η αντίληψη ότι ο εθισμός είναι αποτέλεσμα ατομικής επιλογής, προσωπικής αποτυχίας – μια οπτική που αποτελεί τη βάση της νομικής προσέγγισης της εξάρτησης από ουσίες. Αν η συμπεριφορά είναι ζήτημα επιλογής, τότε είναι λογικό να τιμωρείται ή να αποθαρρύνεται με νομικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένης της φυλάκισης για απλή κατοχή. Η δεύτερη θεώρηση είναι αυτή του ιατρικού μοντέλου, που βλέπει τον εθισμό ως κληρονομική νόσο του εγκεφάλου. Η οπτική αυτή έχει τουλάχιστον το προτέρημα ότι δεν κατηγορεί τον ταλαιπωρημένο άνθρωπο -στο κάτω-κάτω, οι άνθρωποι κληρονομούν γονίδια χωρίς τη θέλησή τους- και δίνει τη δυνατότητα συμπονετικής αντιμετώπισης.

Εκείνο που οι υποθέσεις της επιλογής και της κληρονομικότητας έχουν κοινό, είναι ότι «βγάζουν λάδι» την κοινωνία. Καμιά από τις δυο δεν μας υποχρεώνει να εξετάσουμε πώς η εμπειρία και η κοινωνική θέση ενός ανθρώπου συμβάλλουν σε μιαν επιρρέπεια προς την εξάρτηση. Αν οι καταπιεσμένοι ή περιθωριοποιημένοι πληθυσμοί φορτώνονται ένα δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο του βάρους της εξάρτησης -και το φορτώνονται, εδώ όπως και αλλού-, αυτό θα πρέπει να οφείλεται στην κακή λήψη αποφάσεων ή στα ελαττωματικά γονίδιά τους. Τα μοντέλα που βασίζονται στην κληρονομικότητα και στην επιλογή μας απαλλάσσουν επίσης, βολικά, από το χρέος να εξετάσουμε πώς το κοινωνικό μας περιβάλλον υποστηρίζει ή δεν υποστηρίζει τους γονείς μικρών παιδιών και πώς οι κοινωνικές συμπεριφορές και οι κοινωνικές πολιτικές επιβαρύνουν, αγχώνουν και αποκλείουν συγκεκριμένα τμήματα του πληθυσμού και επομένως, αυξάνουν τη ροπή τους προς την εξάρτηση.

Μια άλλη, πιο ενοχλητική οπτική αναδύεται, όταν ακούμε τις ιστορίες ζωής των χρηστών ουσιών και εξετάζουμε τα περίσσια ερευνητικά δεδομένα.

Οι εξαρτήσεις γεννιούνται πάντοτε από τη δυστυχία, ακόμα και αν αυτή είναι κρυμμένη. Είναι συναισθηματικά αναισθητικά: μουδιάζουν τον πόνο. Το πρωταρχικό ερώτημα -πάντοτε- δεν είναι «από πού προέρχεται η εξάρτηση;», αλλά «από πού προέρχεται ο πόνος;» Η απάντηση συνοψίστηκε, με την τραχιά ευφράδεια ορνιθοσκαλισμάτων, στον τοίχο του δωματίου της ασθενούς μου, της Άννα: «Όπου κι αν πήγα, δεν με θέλανε. Κι αυτό σ’ τη βαράει άσχημα.»

«Μια ζεστή, τρυφερή αγκαλιά»

«Την πρώτη φορά που έκανα ηρωίνη», μου είπε κάποτε μια από τους ασθενείς μου, μια 27χρονη εργαζόμενη του σεξ, «είχα την αίσθηση μιας ζεστής και τρυφερής αγκαλιάς». Σε μια φράση συνόψισε τις βαθιές, έντονες ψυχολογικές και χημικές «πείνες» [cravings], που καθιστούν κάποιους ανθρώπους ευάλωτους στην εξάρτηση από ουσίες.

Σε αντίθεση με τον λαϊκό μύθο, κανένα ναρκωτικό δεν είναι εγγενώς εθιστικό. Μονάχα ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που δοκιμάζουν το αλκοόλ, ή την κοκαΐνη ή ακόμα και την κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη περνούν στον εθισμό. Τι κάνει τους ανθρώπους αυτούς ευάλωτους; Σύμφωνα με τις τρέχουσες μελέτες στον εγκέφαλο και με την αναπτυξιακή ψυχολογία, η χημική και συναισθηματική ευπάθεια δεν είναι αποτελέσματα γενετικού προγραμματισμού, αλλά εμπειρίας ζωής. Το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης του ανθρώπινου εγκεφάλου επιτελείται μετά τη γέννηση και έτσι, οι σωματικές και συναισθηματικές αλληλεπιδράσεις καθορίζουν μεγάλο μέρος της νευρολογικής μας εξέλιξης – ποιες περιοχές του εγκεφάλου θα αναπτυχθούν και πόσο καλά, ποια πρότυπα θα κωδικοποιηθούν κ.ο.κ. Ως εκ τούτου, το κύκλωμα και η χημεία κάθε εγκέφαλου αντικατοπτρίζουν τις προσωπικές εμπειρίες ζωής, όσο και τις κληρονομικές τάσεις.

(διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στην επόμενη σελίδα)

Σελίδες: 1 2

Συντάκτης: Σπυριδούλα Τσομή,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr