Με αυτό το άρθρο ασχολούμαι τόσους μήνες, γράφω και σβήνω και δεν μπορώ να το ολοκληρώσω. Αναρωτιέμαι, αν τελικώς, είναι …
Μην με ρωτάς αν σ’ αγαπάω, θα το δεις στις πράξεις μου
Προχθές, με ρώτησες αν είμαι ερωτευμένος μαζί σου. Επέλεξα να μην σου απαντήσω απευθείας. Όταν ήρθα σπίτι, παρ’ ότι ήμουν κουρασμένος από τη δουλειά, σου έφερα την αγαπημένη σου σοκολάτα. Γνώριζα πως είχες μια δύσκολη ημέρα. Εσύ όμως, φαίνεται να προσπέρασες αστραπιαία την κίνησή μου αυτή και να εστίασες κυρίως στο ότι δεν απάντησα στην ερώτησή σου, πράγμα που σου κακοφάνηκε.
Εγώ όμως, και το χρόνο πίσω να γύριζα, πάλι δεν θα απαντούσα στην ερώτησή σου, γιατί επέλεξα συνειδητά να μην υποκύψω στην ανάγκη σου για ασφάλεια. Γιατί πιστεύω σε εσένα και ξέρω πως μπορείς να είσαι ασφαλής και μόνος σου.
Την επόμενη ημέρα, με ρώτησες αν θα σε ακολουθούσα αν έφευγες μακριά. Για άλλη μια φορά δεν σου απάντησα κι επέλεξα να σε αποχαιρετήσω με ένα φιλί κι ένα χαμόγελο. Το βράδυ που γύρισα σπίτι, έκλεισα εισιτήρια για έναν προορισμό όπου θες πολύ να πας αυτό το καλοκαίρι. Απ’ όσο θυμάμαι, σε πείραξε που έμεινα σιωπηλός στην παραπάνω σου ερώτηση και δεν στάθηκες στην έκπληξη που σου ετοίμασα.
Όμως εγώ, πάλι από συνειδητή επιλογή, δεν υπέκυψα στην ανάγκη σου για επιβεβαίωση. Θα ήθελα να σου δείξω τη σημαντικότητά σου στη ζωή μου κάνοντας πλάνα μόνο για το κοντινό μέλλον, γιατί μόνο αυτό μπορώ με σιγουριά να σου προσφέρω. Θα ήθελα να δεις, όμως, ποσό μακριά μπορείς να φθάσεις και μόνος σου.
Σήμερα το πρωί, με ρώτησες αν σ’ αγαπάω όσο σ’ αγαπούσα στην αρχή. Μετά από λίγο, αφού σε πήρα μια αγκαλιά, πήγα στο φαρμακείο να πάρω την αντιβίωση που χρειαζόσουν. Επίσης, έβαλα ξυπνητήρι για να την πάρεις τη σωστή ώρα και μετά επέλεξα να περάσω το βράδυ με τους φίλους μου. Απ’ όσο θυμάμαι, δεν σου άρεσε το ότι θα περνούσα το βράδυ με τους φίλους μου ενώ εσύ δεν ένιωθες απόλυτα καλά.
Επέλεξα, για μια ακόμα φορά, απολύτως συνειδητά, να μην υποκύψω στην ανάγκη σου για «ντάντεμα». Δεν το έκανα επειδή δεν σε νοιάζομαι. Αλλά επειδή σε νοιάζομαι τόσο, που θέλω να δεις πόσο δυνατός, πόσο πατέρας ή μητέρα μπορείς να γίνεις κι ο ίδιος για τον εαυτό σου.
Μετά από αυτές τις τρεις ημέρες, σκέφθηκα πως…
Την ημέρα που δεν θα με ρωτήσεις αν σ’ αγαπάω, την ημέρα που δεν θα θέλεις μια απάντηση για να νιώσεις ασφάλεια, που δεν θα θες μια απάντηση για να επιβεβαιωθείς, την ημέρα που δεν θα φοβάσαι τη μοναξιά σου, την ημέρα που η υγεία σου δεν θα επηρεάζει την ψυχολογία σου και θα νιώθω πως μεγαλώνεις κι ωριμάζεις και, ταυτόχρονα, θα χαίρομαι για εσένα, τότε, ναι… θα σου πω το «σ’ αγαπάω». Γιατί τότε θα ξέρω πια ότι δεν χρειάζεται να το ακούσεις για να νιώσεις καλά, αλλά, ανεξάρτητα από αυτό, νιώθεις καλά μέσα σου.
Ξέρεις τι χαρά παίρνω, όταν σε βλέπω ευτυχισμένο με τους φίλους σου; Τι χαρά έχω όταν σε αντικρίζω να σβήνεις τα κεράκια στην τούρτα σου; Πόσο σε καμαρώνω όταν σε παρατηρώ να δουλεύεις σκληρά και να πετυχαίνεις τους στόχους σου; Πόσο τυχερός νιώθω όταν ακούω κάποιον να μιλάει με καλά λόγια για το πρόσωπό σου; Και, κυρίως, πόσο μου αρέσει να σε βλέπω να μεγαλώνεις και να εξελίσσεσαι σε αυτό που εσύ επιθυμείς για τον εαυτό σου;
Πώς γίνεται όλα τα παραπάνω συναισθήματα να τα αντικαταστήσει ένα μόνο «σ’ αγαπάω»;
Πώς θα σου δείξω, δηλαδή, την αγάπη μου, αν δεν χαίρομαι, αρχικά, με την αγάπη που λαμβάνεις εσύ από τους φίλους σου; Ποια λέξη θα μπορέσει να αντικαταστήσει το βλέμμα μου, όταν με καμάρι σε βλέπω να γιορτάζεις τα γενέθλιά σου; Γιατί μου ζητάς να σου πω μια λέξη αγάπης, λες και μπορεί να μηδενίσει όλον το χρόνο, αγάπης που σ’ τη δείχνω εμπράκτως, μένοντας σιωπηλός στο δωμάτιο μαζί σου, για να μπορέσεις εσύ να εργαστείς με ηρεμία; Πόσο πιο πολλή αγάπη κρύβει η ελευθερία που σου προσφέρω καθημερινά, για να χαράξεις το μονοπάτι σου κι η ταυτόχρονη ευχή μου να εξελιχθείς σε αυτό που εσύ ονειρεύεσαι, μέσα σε αυτό;
Μπορεί να μην είμαι καλός με τα λόγια, αλλά παρακολούθησε τις πράξεις μου. Μην με κρίνεις με βάση αυτό που εσύ θεωρείς ιδανικό στο μυαλό σου, γιατί τίποτα δεν είναι ιδανικότερο από κάτι άλλο κι όλα είναι μεταβλητά.
Ιδανικό, για τον καθένα, είναι εκείνο που ταιριάζει στην ψυχοσύνθεση και στην κοσμοθεωρία του, που τον συμπληρώνει διακριτικά και, ταυτόχρονα, του δίνει την ελευθερία να επιλέξει αυτό που εκείνος επιθυμεί για τη ζωή του.
Μην κρίνεις, συνεπώς, την αγάπη μου από τα λάθη, τις φοβίες, τις ανασφάλειες, τα ελαττώματα, τις υποχρεώσεις, τα κλάματα και τις προσδοκίες μου. Είμαι άνθρωπος. Συνεχώς μαθαίνω καινούρια πράγματα, συνεχώς βελτιώνω τον εαυτό μου αναθεωρώντας τα παλιά και συνεχώς ωριμάζω, καταπολεμώντας τα πάθη μου.
Εξάλλου, το να σου λέω λίγα λόγια και καλά και να σου δείχνω τα συναισθήματά μου με πράξεις είναι πολύ πιο αυθεντικό από το να σε γεμίζω μόνιμα με υποσχέσεις κι αερολογίες.
Μπορεί να μην σου είπα ότι σε αγαπάω, αλλά σε επέλεξα, ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους, ως πιθανό άτομο στο οποίο θα πω κάποια στιγμή το «σ’ αγαπάω». Κι αυτό, από μόνο του, σημαίνει πολλά.
Όπως πολλά σημαίνει και το ότι, αν και γνώριζα ακριβώς το τι ήθελες να ακούσεις και προχθές και χθες και σήμερα, όταν μου έκανες απανωτές ερωτήσεις θέλοντας να εκμαιεύσεις τα συναισθήματά μου για εσένα και να νιώσεις, στο τέλος, ευχαριστημένος, εγώ δεν σου είπα τίποτα· εν αντιθέσει, σου έδωσα την ευκαιρία να είσαι ευχαριστημένος, χωρίς να έχεις την ανάγκη μου.
Συνεπώς, την αγάπη, οι άνθρωποι τη δείχνουν με διαφορετικούς τρόπους. Όπως είπε κι η Ντέζι Ντι Νάρντο: «Ο τρόπος με τον οποίο εγώ το βλέπω, δεν είναι απαραίτητα ο τρόπος με τον οποίο εσύ το βλέπεις ή ο τρόπος με τον οποίο αυτό πραγματικά είναι ή οφείλει να είναι. Το πιο σημαντικό είναι ότι όλοι ψάχνουμε έναν τρόπο να το δούμε». Τι σημαίνει αυτό; Ότι όλοι θέλουμε να προσφέρουμε και να αγαπήσουμε, αλλά ο καθένας θα τα κάνει και τα δυο με βάση τη δική του κρίση, τη δική του οπτική γωνία και τη δική του αντοχή.
Δεν υπάρχει κανένας κανόνας για το πώς πρέπει ιδανικά να βλέπουμε τα πράγματα. Ας προσπαθήσουμε να μην θεωρούμε ότι ο ανύπαρκτος αυτός κανόνας αναπληρώνεται από «τη δική μας ματιά», επειδή εμείς τη θεωρούμε ιδανική.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι κι η αγάπη κι ο έρωτας είναι μοναχικά συναισθήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι εφικτό να είναι αμοιβαία. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει μέτρο σχετικά με το «ποιος νιώθει περισσότερο» και, σίγουρα, δεν γίνεται να το μετρήσουμε με τις λέξεις. Δεν αγαπάμε για να μας αγαπήσουν, αγαπάμε γιατί έτσι νιώθουμε!