Στην σημερινή εποχή το να έχουμε μια ευτυχισμένη ζωή είναι στόχος πολλών ανθρώπων. Είναι αρκετές οι φορές όμως που βιώνουμε …
Ματαιοδοξία- η “κλέφτρα” της ηρεμίας μας
Τίποτε δεν είναι πιο εκνευριστικό από το να μη σε καλούν κάπου, που με κανέναν τρόπο δεν θα καταδεχόσουν να πας.”
– Bill Vaughan, Αμερικανός δημοσιογράφος
Η αλαζονεία είναι η πρώτη στη σειρά αμαρτία στη λίστα με τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα. Κάτι θα πρέπει να λέει αυτό. Λέει, κατά αυτούς που είναι γνώστες των θεμάτων αυτών, ότι από την αλαζονεία προέρχονται και όλα τα υπόλοιπα αμαρτήματα. Δεν είναι τυχαία πρώτη η αλαζονεία, διότι αρχίζει από «Α»!
Περιληπτικά, αλαζονεία σημαίνει να θεωρεί κανείς τον εαυτό του apriori και aposteriori καλύτερο, ωραιότερο, ανώτερο, με δικαιωματικά περισσότερα δικαιώματα απ τους άλλους- χωρίς κανέναν αντικειμενικό λόγο. (Εάν ο Αϊνστάιν θεωρούσε εαυτόν καλύτερο από εμένα, θα τον αποκαλούσα πραγματιστή κι όχι αλαζόνα, και υποψιάζομαι ότι ο Αϊνστάιν δεν θεωρούσε εαυτόν καλύτερο από κανέναν). Αντιλαμβάνεσθε που το πάω…
Η ματαιοδοξία, ευτυχώς, δεν είναι της αυτής βαρύτητος ως αμάρτημα, είναι όμως μέρος της αλαζονείας, άντε, πείτε, 2-3 σκαλοπάτια πιο κάτω. Ο ματαιόδοξος επιθυμεί και επιδιώκει με κάθε τρόπο να γίνεται αντικείμενο θαυμασμού, δηλαδή να αυτοκαυχάται ή περιγράφει αρετές του, έχοντας σκοπό τον θαυμασμό και τους επαίνους.
Φίλη κολλητή, είναι η κενοδοξία που συνίσταται στην επιθυμία φήμης, «σε κυνήγι μη ουσιαστικών στόχων ζωής, σε εφήμερη και πρόσκαιρη δόξα», και ότι αυτά φέρουν παρέα τους. Αλλά καθώς αυτές οι δυο ιδιότητες είναι πάνω-κάτω παρόμοιες (αν μπορείτε ορίστε τις ως εντελώς ξεχωριστές και ανεξάρτητες- εδώ σας θέλω!), σε αυτό το κείμενο θα μιλήσουμε, με δύο ιστορίες, για την ματαιοδοξία.
«Μην είσαι ματαιόδοξος!»
Το περίεργο, ίσως και όχι, είναι ότι όλοι γνωρίζουμε ότι η ματαιοδοξία είναι αρνητική ιδιότητα, ότι στην ουσία, όχι μόνον είναι μάταιη τη στιγμή που συμβαίνει, αλλά οδηγεί και σε ματαιότητα. Λογικό, καθώς η ματαιότητα έχει ένα κρυμμένο domino effect: Λες ψέματα για την ηλικία σου σε έναν, μετά σε δύο, μετά σε άλλους, μετά σε όλους, πλαστογραφείς την ταυτότητα και με τα πολλά …πας μέσα. Τραβηγμένο, αλλά με αντιλαμβάνεσθε.
Απ την άλλη: μας το έχουν βάλει μέσα στο κεφάλι μας από παιδιά: «Μην είσαι ματαιόδοξος!». Γονείς, δασκάλοι, το αφεντικό μας, τα βιβλία και τα έργα το διατυμπανίζουν, οι φιλόσοφοι όλοι την κατακρίνουν, τα ζώα που πλέον ξέρουμε ότι είναι ευφυέστατα, δεν είναι ματαιόδοξα, όπως και τα μικρά παΐδια δεν είναι ματαιόδοξα πριν τα κάνουμε εμείς, ενώ ταυτόχρονα τους επαναλαμβάνουμε – λεκτικά! προσέξτε το αυτό- ότι η ματαιοδοξία είναι κάκιστο πράγμα! Παρ αυτά, εμείς εκεί. Δεν είναι απορίας άξιον ότι οι νουθεσίες αυτές δεν πιάνουν; Δεν είναι περίεργο; Δεν είναι άξιον βαθύτατης σκέψης και περισυλλογής σχετικά με την εν γένει συμπεριφορά μας;
Ξέρετε εσείς κάποιον που δεν είναι ματαιόδοξος; Προσωπικά εγώ δεν γνωρίζω κανέναν. Όπως δεν γνωρίζω και κανέναν που όταν κοιτιέται στον καθρέφτη, να βλέπει αυτό που όντως καθρεφτίζεται εκεί. Για να είμαστε ειλικρινείς, πάντα δεν βλέπουμε κάτι καλύτερο; Και δεν προσπαθούμε να το «φτιάξουμε» καλύτερο; Γιατί; Για να «κοροϊδέψουμε» ποιόν; Αυτούς που μας ξέρουν ήδη χρόνια; Η τον άλλον/η που αργά ή γρήγορα- γρήγορα συνήθως- θα μας δει «άφτιαχτους» και όχι μόνο εξωτερικά;
Από μια πλευρά δεν είναι κάπως αστείο; Δεν είναι άξιο έστω λίγου γέλιου; Λίγου αυτοσαρκασμού; Μιας τόσης δα αυτοκριτικής; Όχι των άλλων, του εαυτού μας.
Οι ιστορίες και τα παραμύθια έχουν την ικανότητα να αφηγούνται με λίγα λόγια πράγματα που δεν μπορούν να εκφραστούν με λέξεις:
Ιστορία 1η
Ο Pannikar, που είχε το καλύτερο γραφείο τελετών είχε μελετήσει ενδελεχώς, όχι τον θάνατο που δεν μελετάται, αλλα την ζωή ή τουλάχιστον τους ανθρώπους, καθώς είχε και νεκρούς πελάτες και ζωντανούς συγγενείς των πελατών ως πελάτες. Ο περισσότεροι έμποροι είχαν πελάτες ζωντανούς, αρά αυτός υπολόγιζε ότι είχε 50% περισσότερες πιθανότητες να καταλάβει τον ανθρώπινο νου.
-Η ματαιοδοξία των ανθρώπων είναι σαν ακόρεστη δίψα, ελεγε στη βοηθό του βάζοντας τις τελευταίες πινελιές στο πτώμα μπροστά του.
-Ωραία την έκανες αφεντικό! Κούκλα έγινε! Ολοζώντανη!
-Ολοζώντανη όχι, ένα ωραιότατο πτώμα είναι…για λίγο.
Ο Pannikar κοίταξε το έργο του με κριτικό μάτι: Ναι, καλή ήταν.
-Είσαι μακάβριος αφεντικό και κυνικός.
-Είμαι πραγματιστής. Η ματαιοδοξία του ανθρώπου σταμάτα μόνο μπροστά στον θάνατο, κι αυτό διότι δεν είναι ζωντανός. Που πας κάλε;
Πήγαινε φουριόζα προς τα μέσα η κοπέλα:
-Θα ΄ρθούν πελάτες αφεντικό. Να φτιαχτώ λιγάκι….
Ιστορία 2η
Η δεύτερη ιστορία, που είναι πραγματική, σχεδόν ζωντανή μια που εκτυλίχθηκε προχθές μόλις:
Είχα πάει μια βόλτα από φίλη. Έξυπνη κοπέλα, λογική, χωρίς πανικούς έναντι των καταστάσεων, μετρημένη θα έλεγε κανείς. Η τηλεόραση έπαιζε ειδήσεις: τι κλείνει, τι δεν κλείνει (ακόμη), ποιοι πρέπει να είναι στους δρόμους και ποιοι στα νοσοκομεία και… και ξάφνου ήταν στο πόδι.
-Αμάν! Ρε συ κλείνουν όλα!!
-Ε, τι λέμε τόσες μέρες;
– Ναι, αλλά όλοι!! Δεν ακούς! Είχε σηκωθεί απ την θέση της κι έδειχνε ειδεχθώς την οθόνη!
– Όχι, τα σούπερ-μάρκετ και τα φαρμα-
– Ναι, ναι, το ξέρω, αλλά θα κλείσουν τα άλλα!!!
Έψαχνε την τσάντα της!
– Που είν’ η τσάντα;;!
Την βρήκε ενώ έβαζε τις μπότες της και πέταξε ένα μπουφάν επάνω της:
– Πάω!!!
– Πού πας;
Γύρισε και με κοίταξε έντρομη:
– Τι που πάω;! Κλεισαν τα κομμωτήρια! Κλείνουν και οι Χόντοι και τα άλλα, Πρέπει να πάρω βαφή για τα μαλλιά!!!! Δε βλέπεις εδώ τη ρίζα! Ένα δάκτυλο!
Ήταν στην πόρτα, με τα σκυλιά κατά πόδας που νόμιζαν ότι θα πήγαιναν βόλτα.
– Ποιος θα σε δει; Δεν ΄ναι ψυχή έξω!
– Μην λες ανοησίες!!! Μου πέταξε κι εξαφανίστηκε….
Μετά κάνα-δυό ώρες με πήρε:
– Έλα, βρήκα βαφές!! Ευτυχώς!!!
Κι ο κόσμος επανήλθε στη θέση του.
Κι αν νομίσει κανείς ότι κοροϊδεύω την φίλη μου, έχει λάθος μέγα, διότι μέσα στις επόμενες μια-δύο ώρες, είχα οργανωθεί κι εγώ καταλλήλως. Το ψυγείο βέβαια άδειο.
Είναι αστείο;
Ναι, είναι αστείο, σε αυτήν την μικρή κλίμακα, η οποία και πάλι κάτι καταδεικνύει: Πιθανότατα, την δική μας ματαιοδοξία, την οποία την κτίζουμε οι ίδιοι, κάθε φορά που δεν της αντιστεκόμαστε, ακολουθώντας έτσι τον σίγουρο δρόμο προς την ματαιότητα.
Κάποιος κάποτε είπε: «Ο σοφός επιθυμεί να ομιλεί για τον δημιουργό του. Ο ματαιόδοξος για τον εαυτό του».