Ξεπερνώτας το σύνδρομο του “καλού παιδιού”

Συντάκτης: Ελένη Παπαστεργίου

Το παραδέχομαι. Ειδικά στο παρελθόν έπιανα πολλές φορές τον εαυτό μου να “μπαίνει σε αυτό το τριπάκι”. Κάτι σαν ένα μίνι σύνδρομο του καλού παιδιού. Ένα λαϊκο ρητό λέει “ο καλός, καλό δεν είδε”. Όχι, δεν θα ξεκινήσω με διάθεση απαισιοδοξίας και παραπόνου, αλλά θέλω να σας θέσω το εξής. Πόσες φορές η καλοσύνη στην υπερβολή της, δεν μας βγήκε και τόσο σε καλό; Πριν το σκεφτείτε, σας δίνω έναυσμα για ένα μικρό mental challenge! Δοκιμάστε να κάνετε πρώτα εσείς μια μικρή ανασκόπηση των δικών σας βιωμάτων και αναρωτηθείτε το!

Συμβιβασμός παντού;

Η ταμπέλα του ‘καλού παιδιού’, συνδέεται άμεσα με το προφίλ ενός ατόμου που βασικά του χαρακτηριστικά είναι η υποχώρηση και η ενοχή. Επιδιώκει συνεχώς ένα ‘μπράβο’, μια απτή απόδειξη επιβεβαίωσης δηλαδή, ότι κάνει κάτι σωστά. Με μία πολύ σημαντική προϋπόθεση, όμως, που αξίζει να τονίσουμε: τις απαιτήσεις των άλλων. Αυτός είναι ο πυρήνας όλης του της συμπεριφοράς.

Η ανοχή των συνεχόμενων απαιτήσεων, κυρίως στα πλαίσια του πρωταρχικού περιβάλλοντος κοινωνικοποίησης του παιδιού, που είναι η οικογένεια, μπορεί να επιφέρει δυσάρεστες επιπτώσεις στη σχέση του παιδιού πρώτα απ’ όλα με τον ίδιο του τον εαυτό. Αρχίζει να θεωρεί ως de facto το ότι πρέπει πάντα να υποχωρεί και να υπακούει, γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο θα κερδίσει την εκτίμηση και την επιβράβευση. Η πλειοψηφία των γονιών πέφτει πολλές φορές σε αυτού του είδους τις συμπεριφορές που στοχεύουν στην υποταγή του παιδιού, παρά στην ανάπτυξή του. Δηλαδή το παιδί μπορεί να μάθει να είναι υπάκουο, να μην γκρινιάζει, να μην φωνάζει σε δημόσιους χώρους, ωστόσο το μήνυμα του γιατί το κάνει, δεν περνάει στο παιδί. Ως αποτέλεσμα, έχουμε ένα παιδί που φοβάται να εκφραστεί γιατί υπάρχει μεγάλο ενδεχόμενο να χαθεί η επιδοκιμασία του και να επέλθει άμεση η τιμωρία. Κάτι για το οποίο νιώθει ενοχή.

Ξεπερνώτας το σύνδρομο του “καλού παιδιού”.

Ανακύκλωση της συμπεριφοράς

Το καλό, υπάκουο παιδί στις περισσότερες περιπτώσεις, κουβαλάει μαζί του τη ‘ρετσινιά’, όπως λέμε λαϊκά, της ανοχής και υπακοής στην ενήλικη ζωή του. Μεταφέρει μαζί του σαν πνευματική κληρονομιά μια “στάμπα θύματος”, που ακούει παθητικά και εκτελεί μηχανικά. Δεν δίνει προσωπική σφραγίδα στις διαφορετικού είδους σχέσεις του, από ερωτικές μέχρι επαγγελματικές. Και αυτό γιατί δεν έχει μάθει να χρησιμοποιεί τον ήρεμο, πολιτισμένο διάλογο και την διαπραγμάτευση, έτσι ώστε να είναι ικανός να θέσει και τα δικά του όρια για την θεμελίωση και συνέχιση μιας αρμονικής και υγιούς σχέσης οποιουδήποτε χαρακτήρα. Η ταμπέλα του “καλού παιδιού”, που του έχουν κολλήσει στο παρελθόν, έχει μετατραπεί σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Πιστεύει σε αυτή, θεωρεί ότι ο ίδιος είναι ο φταίχτης και γι’ αυτό και την ανακυκλώνει και την φέρνει ξανά στο προσκήνιο.

Αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς η οποία ανακυκλώνεται συνεχώς σε όλα τα στάδια της ζωής του είναι η εσωτερίκευση των συναισθημάτων, η οργή και η θλίψη. Είναι σαν να κουβαλάει ένα φορτίο διπλής προσωπικότητας. Η μία για τους άλλους και η άλλη για τον εαυτό του, που όμως δε την εξωτερικεύει ποτέ. Την κρατάει φυλαγμένη μέσα του και ταλαιπωρείται, γιατί νιώθει ενοχές με τον φόβο και την ανικανότητα προβολής της. Μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα πνευματικό παίδεμα, ένα είδος ψυχικής αυτοτιμωρίας.

Η επικοινωνία αυτού του ατόμου περιέχει μόνιμα την λέξη ‘ναι’. Κυριαρχεί ένας τύπος μονομέρειας στα πράγματα. Δηλαδή, αν μπορούσαμε να ήμασταν στη σκέψη του, θα βλέπαμε ότι επικρατεί το ‘ εγώ θα τα κάνω όλα, εγώ θα κερδίσω την εμπιστοσύνη του, εγώ πρέπει να είμαι τέλειος’. Ο αντίκτυπος αυτής της συμπεριφοράς οδηγεί πιο εύκολα αυτό το άτομο στην θυματοποίηση και στην εκμετάλλευση.

Ξεπερνώτας το σύνδρομο του “καλού παιδιού”.

Επειδή ακριβώς του είναι αδύνατον να αρνηθεί υποχρεώσεις, αλλά και απόψεις, χειραγωγείται πολύ εύκολα και γίνεται έρμαιο των αναγκών των άλλων. Οικειοποιείται τις ανάγκες και τις ευθύνες των άλλων, δικαιολογώντας τους και έχοντας ως μαύρο πρόβατο μόνο τον εαυτό του.

Ικανοποιώντας μόνο τους άλλους…ποιοί είμαστε;

Είναι απαραίτητο να κάνουμε μια εσωτερική διεργασία και ανακατάταξη. Η υπερβολική ευγένεια και υποταγή οδηγούν είτε άμεσα, είτε έμμεσα, στο να χάσουμε τη δική μας ταυτότητα στο τέλος. Η ψυχική μας ισορροπία ξεκινάει και τελειώνει εκεί όπου εμείς αναγνωρίζουμε τα πιστεύω μας και τις ανάγκες μας και στη συνέχεια θέτοντας τα όριά μας στα διάφορα επικοινωνιακά πλαίσια.

Χρειάζεται να βρούμε ξανά την αρμονία με τον εαυτό μας και να δοκιμάζουμε σιγά σιγά να εκφράζουμε τις διαφορετικές μας απόψεις στις συζητήσεις μας με πρόσωπα του φιλικού μας περιβάλλοντος ή συνεργάτες. Προτεραιότητά μας πρέπει είναι ο εαυτός μας. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Στέφανος Ξενάκης στο βιβλίο του ΄Το Δώρο΄: << θα φροντίσω τον εαυτό μου ΓΙΑ ΣΕΝΑ, αρκεί κι εσύ να φροντίσεις τον δικό σου ΓΙΑ ΜΕΝΑ. Εγωισμό μάς τον είχαν πεί τότε. Αυτοεκτίμηση το λένε πια >> .

Συντάκτης: Ελένη Παπαστεργίου,

Influence:

Είμαι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σπουδάστρια του τμήματος ‘Δημοσιογραφίας-Συντακτών και Ρεπόρτερ’…