«I’m Thinking of Ending Things»: Ένα εσωτερικό τοπίο διαλυόμενο στην ψευδαίσθηση της ταυτότητας

Συντάκτης: Βασιλική Κιούπη

Στον υπνωτικό, κλειστοφοβικό και βαθιά υπαρξιακό του λαβύρινθο, ο Charlie Kaufman επιστρέφει με το I’m Thinking of Ending Things, μια ταινία που περισσότερο βιώνεται παρά κατανοείται. 

Το έργο, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Iain Reid, είναι κάτι παραπάνω από ένα ψυχολογικό θρίλερ. Πρόκειται για ένα μεταφυσικό παλίμψηστο μνήμης, επιθυμίας, απογοήτευσης και αυτοκαταστροφής, έναν μονόλογο ενός νου που πια έχει διαλυθεί μέσα στην αβεβαιότητα, την ενοχή και την αβάσταχτη μοναξιά.

Από την αρχή, η ταινία υπονομεύει τις συμβάσεις της γραμμικής αφήγησης. Η «νεαρή γυναίκα», της οποίας το όνομα και η ιδιότητα αλλάζουν συνεχώς (Lucy, Louisa, Lucia, Ames…), ξεκινά ένα ταξίδι με τον σύντροφό της Jake για να γνωρίσει τους γονείς του. Όμως, τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Τα χρονικά και αφηγηματικά επίπεδα τέμνονται, οι χαρακτήρες μεταμορφώνονται μπροστά στα μάτια μας, ενώ οι διάλογοι σταδιακά γίνονται εργαλεία ψυχολογικής διάλυσης, παρά κατανόησης.

Η ηρωίδα είναι φαινομενικά το υποκείμενο της αφήγησης, αλλά γρήγορα κατανοούμε πως βρίσκεται παγιδευμένη μέσα σε ένα σύμπαν που δεν ελέγχει και, πιθανώς, δεν της ανήκει. Οι σκέψεις της που αποτελούν και τον εσωτερικό τίτλο της ταινίας, «σκέφτομαι να τελειώσω τα πράγματα» είναι τελικά σκέψεις ενός άλλου προσώπου, του Jake ή μάλλον μιας διασπασμένης εκδοχής του Jake, που αντικατοπτρίζεται στον γερασμένο επιστάτη του σχολείου. Όλη η ταινία είναι, ίσως, μια αναδρομική ανακατασκευή της ζωής του Jake, από έναν γέρο πια άνδρα, στο χείλος της αυτοκτονίας ή της ψυχικής κατάρρευσης.

Ο χρόνος στην ταινία δεν κυλάει ευθύγραμμα, ρευστοποιείται, διπλώνεται, καταρρέει. Οι γονείς του Jake μεταμορφώνονται από νέοι σε γέροι και το αντίστροφο. Η ίδια η ταυτότητα της κοπέλας είναι εύθραυστη και διαβρωμένη. Ο κόσμος της ταινίας είναι μια εσωτερική ψυχολογική συνθήκη και η καταιγίδα έξω από το αυτοκίνητο είναι τόσο κυριολεκτική όσο και μεταφορική: το ασυνείδητο πλημμυρίζει.

Η χρήση της φιλμικής τεχνικής 4:3 και της υποτονικής, σχεδόν νεκρικής παλέτας, παγιδεύει τους ήρωες σε ένα κουτί. Ο θεατής βιώνει μια μορφή κλειστοφοβίας, μια διαρκή αίσθηση ότι ο χρόνος κυλάει χωρίς κατεύθυνση, όπως ακριβώς η ανθρώπινη ζωή όταν στερείται σκοπού.

Η ταινία είναι γεμάτη αποσπάσματα από πολιτισμικά προϊόντα: ποιήματα, κριτικές ταινιών, θεατρικές αναφορές (όπως το Oklahoma!), διαφημίσεις, πίνακες ζωγραφικής. Αυτή η πολυσημία δεν είναι επιφανειακή, αντίθετα, μαρτυρά έναν άνθρωπο που προσπαθεί να ορίσει τον εαυτό του μέσα από τις λέξεις και τα έργα των άλλων. Ο Jake είναι ένα υποκείμενο που δεν έζησε ποτέ αυθεντικά, βυθίστηκε στη σιωπή, στην αδυναμία να αγαπήσει και να εκφραστεί, στη δειλία να ζήσει.

Η σχέση του με τη «γυναίκα» δεν υπήρξε ποτέ. Ήταν ένα δημιούργημα, μια φαντασίωση για την εναλλακτική ζωή που θα μπορούσε να έχει ζήσει. Στο τέλος, η κοπέλα δεν τον αναγνωρίζει και ο Jake ξέρει πια ότι ακόμη και αυτή η πλάνη καταρρέει.

Η κορυφαία σκηνή της όπερας, στην οποία ο ηλικιωμένος Jake παίρνει ένα υποτιθέμενο Νόμπελ και τραγουδά, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η τελευταία κραυγή ενός νου που φαντασιώνεται την αποδοχή, την αγάπη, τη λύτρωση. Όμως, η σιωπή του χιονισμένου παρκινγκ και το ακίνητο, ξεχασμένο φορτηγάκι μαρτυρούν το τέλος: τίποτα δεν απέμεινε, ο κόσμος δεν τον άκουσε ποτέ, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ.

Ο Kaufman δεν παραδίδει ένα έργο με απαντήσεις, αλλά με υπαρξιακά αδιέξοδα. Τι σημαίνει να υπάρχεις; Πώς διαμορφώνεται η ταυτότητα; Ποιος είναι ο εαυτός όταν αφαιρέσουμε την επιβεβαίωση των άλλων; Το «σκέφτομαι να τελειώσω τα πράγματα» είναι μια φράση που μπορεί να αναφέρεται σε μια σχέση, αλλά στην ουσία της αφορά την ύπαρξη. Ο Jake, ή ο γέρος επιστάτης, σκέφτεται να τελειώσει όχι μόνο μια σχέση, αλλά και την ίδια τη ζωή.

Σε μια εποχή που η μοναξιά ενδύεται χιλιάδες πρόσωπα και η ταυτότητα εξαντλείται στην ανάγκη για κοινωνική επιβεβαίωση, η ταινία προσφέρει μια ζοφερή αλλά καθαρτική απεικόνιση ενός ανθρώπου που έχασε τον εαυτό του πριν ακόμα τον γνωρίσει. Δεν είναι μια ιστορία για έναν χωρισμό, είναι η εξομολόγηση ενός αφανούς νου που υπήρξε στη σκιά της πραγματικότητας, ψάχνοντας για κάποιον να τον αγαπήσει, έστω και φαντασιακά.

Το I’m Thinking of Ending Things δεν είναι ταινία για όλους και ακριβώς γι’ αυτό είναι σπουδαίο έργο τέχνης. Με την ποιητικότητα του Beckett, τη φιλοσοφική κενότητα του Kierkegaard και τη λογοτεχνική μνήμη του Proust, ο Kaufman προσφέρει ένα φιλμικό σύμπαν που υπάρχει ως καθρέφτης της υπαρξιακής αγωνίας, όχι για να προσφέρει παρηγοριά, αλλά για να καταδείξει την τραγική, σχεδόν μεταφυσική οδύνη τού να είσαι άνθρωπος.

Συντάκτης: Βασιλική Κιούπη,

Influence:

Η Βασιλική Κιούπη εργάζεται ως φιλόλογος και αρθρογράφος και είναι υποψήφια διδάκτορας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου…