Η μελέτη της προσωπικότητας προκαλεί το ενδιαφέρον των ειδικών και μη του τομέα της ψυχολογίας. Η προσωπικότητα μπορεί να εξεταστεί …
Η ανατομία της ενοχής
Όλοι σε κάποια στιγμή της ζωής μας νιώσαμε το συναίσθημα της ενοχής. Τι ακριβώς, όμως, εννοούμε όταν χρησιμοποιούμε τον όρο; Ποιες καταστάσεις οδηγούν τον άνθρωπο να νιώθει ενοχικός και τελικά, μέχρι ποιο σημείο θεωρείται φυσιολογικό;
Η ενοχή λαμβάνει διάφορες μορφές και ουσιαστικά συνοψίζεται σε ένα σύνολο τεσσάρων κατηγοριών. Προτού μάθουμε τα τέσσερα αυτά είδη, ας δούμε πώς ορίζεται η ενοχή σύμφωνα με τους ψυχολόγους.
Ορισμός της ενοχής
Πρώτον και κυριότερο, η ενοχή είναι ένα συναίσθημα. Ίσως την αντιλαμβανόμαστε ως έναν έξυπνο τρόπο ώστε να πείσουμε κάποιον να κάνει κάτι από αίσθημα υποχρέωσης. Η ενοχή ωστόσο, δεν είναι πολύ συνετό κίνητρο. Ακριβέστερα, μπορούμε να αντιληφθούμε την ενοχή ως μία εσωτερική κατάσταση· συναποτελούμενη από ένα ολικό σύστημα συναισθημάτων, η ενοχή ανήκει στην ευρύτερη κατηγορία των αρνητικών συναισθηματικών καταστάσεων.
Από τι προκαλείται;
Είναι ένα από τα θλιβερά συναισθήματα που εμπεριέχει την οδύνη, τον πόνο και τη μοναξιά, σύμφωνα με μία περιεκτική περιγραφή των Fischer, Shaver, Carnochan (1990). Όπως και με τα υπόλοιπα συναισθήματα, δεν υπάρχει εξήγηση για την ενοχή.
Ο Φρόυντ υπήρξε ο σπουδαιότερος γνώστης του συναισθήματος της ενοχής, αν και όχι ο μοναδικός. Η παραδοσιακή Φροϋδική άποψη ορίζει πως, η ενοχή φωλιάζει κάτω από την επιφάνεια της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Κατά την ψυχοδυναμική θεωρία του Φρόυντ, χτίζουμε αμυντικούς μηχανισμούς ώστε να προστατευόμαστε από την ενοχή που θα βιώναμε αν συνειδητοποιούσαμε πόσο απεχθείς είναι στην πραγματικότητα οι αποκρουστικές μας επιθυμίες. Ειδικότερα, ο Φρόυντ συσχέτισε το αίσθημα της ενοχής – το οποίο συνδέεται με το συναίσθημα της ανησυχίας – με το Οιδιπόδειο στάδιο της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον Φρόυντ, το μικρό παιδί επιθυμεί σεξουαλικά το γονέα του αντίθετου φύλου. Σταδιακά, η επιθυμία του αυτή απωθείται, μετατοπιζόμενη σε σεξουαλική έλξη για άτομα της ηλικίας του.
Ο Δανό- Αμερικανός αναπτυξιακός ψυχολόγος και υποστηρικτής του Φρόυντ, Έρικ Έρικσον ήταν επιφυλακτικός απέναντι στην έμφαση που ο Φρόυντ απέδιδε στη σεξουαλικότητα ως μοναδικής δύναμης για την ανάπτυξη, ενώ αμφισβητούσε τη Φροϋδική αντίληψη σχετικά με την ενοχή. Αντίθετα, ο Έρικσον θεωρούσε ότι η ενοχή εμφανίζεται πρωταρχικά περίπου στην ηλικία μεταξύ των 3 έως 5 ετών ως η δυσάρεστη συνέπεια μίας περιόδου που ο ίδιος ονόμασε «πρωτοβουλία εναντίον ενοχής» (Initiative Vs. Guilt). Κατά την ηλικία αυτή, το παιδί αναπτύσσει ισχυρό το αίσθημα της ενοχής ως τον αντίθετο πόλο της ανεμελιάς του. Δεν το εκφράζει μέσω του παιχνιδιού, καθώς φοβάται ότι αν εκδηλώσει τα πραγματικά του συναισθήματα, θα έχει διαπράξει μία απαράδεκτη ενέργεια. Έτσι, μεγαλώνει ως ένας υπερβολικά καταπιεσμένος ενήλικας, διατηρώντας το διαρκή φόβο πως θα κάνει κάτι που θα προκαλέσει την ενοχή.
Εκτός από την ψυχοδυναμική προσέγγιση της ενοχής, προτείνεται και η γνωσιακή εξήγηση γι’ αυτήν. Κατά τη γνωσιακή άποψη, η ενοχή αποτελεί ένα συναίσθημα το οποίο οι άνθρωποι βιώνουν όντας πεπεισμένοι ότι έχουν προκαλέσει κακό. Στη γνωσιακή θεωρία, οι σκέψεις προκαλούν τα συναισθήματα· η ενοχή απορρέει από τη σκέψη ότι ο άνθρωπος ευθύνεται για τη δυστυχία ενός τρίτου, ανεξάρτητα από το εάν αυτό ισχύει ή όχι. Σύμφωνα με τη γνωσιακή προσέγγιση, άνθρωποι που βιώνουν την ενοχή σε χρόνια βάση υποφέρουν, λόγω της εσφαλμένης πεποίθησης ότι έχουν προκαλέσει κακό στους γύρω τους. Το αρνητικό τους αυτό συναίσθημα απορρέει από την τάση που έχουν για παρανόηση των συμβάντων, και την τάση για αμφισβήτηση της λογικής των συμπερασμάτων τους.
Η γνωσιακή θεωρία περιλαμβάνει την εκπαίδευση του ανθρώπου στο να αποβάλλει τις «αυτόματες σκέψεις» (automatic thoughts) οι οποίες του υποδεικνύουν ότι έχει προκαλέσει κακό στους άλλους. Οι άνθρωποι που βασανίζονται διαρκώς από την ενοχή, μαθαίνουν επιπλέον να αναγνωρίζουν τις «δυσλειτουργικές τους συμπεριφορές» (dysfunctional attitudes), ούτως ώστε να τις αναγνωρίζουν ως καταστροφολογίες (η δραματοποίηση δηλαδή των άσχημων καταστάσεων), ή υπεργενικεύσεις (η θεώρηση δηλαδή ότι ενός κακού, μύρια πρέπει να έπονται).
Σε αντιδιαστολή με την ψυχοδυναμική αντίληψη της ενοχής, η γνωσιακή προσέγγιση προσφέρει στο μέσο άνθρωπο ορισμένα στοιχεία ώστε να διορθώσει την τάση της αυτό-κατηγορίας για το κάθε τι στραβό που συμβαίνει. Κατά τη γνωσιακή άποψη, η αλλαγή των σκέψεων μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή των συναισθημάτων. Από τη στιγμή που γίνεται αντιληπτή η ανακριβής αντίληψη του εαυτού ως πηγή δυστυχίας των άλλων, γίνεται δυνατή η προσαρμογή της νοοτροπίας και η ρεαλιστική συνειδητοποίηση του ρόλου που το άτομο διαδραματίζει σε οποιαδήποτε επώδυνη κατάσταση.
Πέραν πάσης αμφιβολίας, η ενοχή αποτελεί σύνθετο και ενδιαφέρον συναίσθημα· Είναι αδύνατον ν’ απαλλάξετε τη ζωή σας από την ενοχή, όμως είναι δυνατόν να την τιθασεύσετε. Επίσης, η ενοχή είναι ικανή να σας βοηθήσει στην απόκτηση μεγαλύτερης αυτοεπίγνωσης, βοηθώντας σας να την αναγνωρίζετε όταν έχετε πράγματι προκαλέσει βλάβη.
Η ενοχή από μόνη της δεν είναι καταστροφικό συναίσθημα. Αν ωστόσο, την αφήνετε να σας σιγοτρώει, τότε μπορεί ν’ αποβεί ολέθρια.