Η ανασφαλής προσκόλληση και τα είδη της

Συντάκτης: Ευρυδίκη Αγάτσα

Πολλοί άνθρωποι σχηματίζουν σχέσεις ανασφαλούς προσκόλλησης, χωρίς να το καταλαβαίνουν. Ουσιαστικά, η ανασφαλής προσκόλληση είναι ένας τύπος σχέσης, στην οποία ο δεσμός μολύνεται από φόβο. Αυτό εκφράζεται κυρίως ως απροθυμία στη σχέση και άλλα μικτά συναισθήματα, όπως η εξάρτηση και η απόρριψη.

Οι περισσότεροι ψυχολόγοι πιστεύουν ότι η ανασφαλής προσκόλληση σχηματίζεται στην πρώιμη παιδική ηλικία και θεωρείται ως συνέπεια των σχέσεων που αναπτύσσουμε με ανθρώπους που εμπιστευόμαστε, στην παιδική μας ηλικία. Αυτοί οι πρώτοι δεσμοί είναι το θεμέλιο του τύπου των σχέσεων που σχηματίζουμε, αργότερα, στη ζωή.

Όταν ένα παιδί αναπτύσσει μια ασφαλή προσκόλληση, αυτό εμφανίζεται ως ένας υγιής δεσμός. Με άλλα λόγια, μαθαίνουν να περιμένουν το καλύτερο από το άλλο άτομο και πιστεύουν ότι έχουν καλή καρδιά. Σε άτομα με ανασφαλή προσκόλληση, ωστόσο, η προσδοκία είναι το αντίθετο. Περιμένουν από το άλλο άτομο να τα εγκαταλείψει ή να τα βλάψει, με κάποιο τρόπο. Αυτό το στυλ προσκόλλησης έχει τρεις διαφορετικές μορφές: αποδιοργανωμένη/αποπροσανατολισμένη, αγχώδης/αμφίθυμη και αγχώδης με αποφυγή.

Τα είδη της ανασφαλούς προσκόλλησης

  • Αποδιοργανωμένη/Αποπροσανατολισμένη προσκόλληση

Η αποδιοργανωμένη προσκόλληση είναι ένας δεσμός, συχνός σε ανθρώπους που έχουν υποστεί κακοποίηση κατά την παιδική τους ηλικία. Είναι σύνηθες για αυτούς να μένουν μόνοι τους και χωρίς υποστήριξη σε στιγμές ψυχικής δυσφορίας και για τους φροντιστές τους να έχουν χρησιμοποιήσει σωματική τιμωρία για να τους εκφοβίσουν. Είναι, επίσης, σύνηθες για τους φροντιστές τους να είχαν αμφιλεγόμενη στάση απέναντί τους. Τα άτομα με αποδιοργανωμένη προσκόλληση δεν ήξεραν, ποτέ, τι να περιμένουν από τους ανθρώπους που, υποτίθεται, έπρεπε να τους φροντίζουν και να τους προστατεύουν. Κάποιες φορές, οι φροντιστές ήταν στοργικοί μαζί τους και, άλλες φορές, γίνονταν, ξαφνικά, επιθετικοί ή αμελείς, χωρίς να ξέρουν τον λόγο.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κακοποίηση παιδιών: ποιες μορφές παίρνει και τρόποι παρέμβασης


Άτομα που είχαν τέτοιου είδους γονείς, τείνουν να επαναλαμβάνουν το ίδιο μοτίβο συμπεριφοράς ως ενήλικες. Δεν μπορούν να διατηρήσουν τη συνοχή μεταξύ των ενεργειών που πραγματοποιούν και των σκέψεων και των συναισθημάτων που εκδηλώνουν. Πηγαίνουν από την υποταγή στην επιθετικότητα, ή από την εγγύτητα στην απόσταση, με ανησυχητική ευκολία. Ούτε οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν, κάποιες φορές, τι τους συμβαίνει.

Εάν η σχέση τους με άλλους, ή με κάποιον συγκεκριμένο, τους προκαλεί άγχος, είναι σύνηθες για αυτούς να αντιδρούν με απροσδόκητο τρόπο – αποσυνδέονται, συναισθηματικά, και αρχίζουν να ενεργούν σαν ρομπότ. Αυτό, όμως, δεν τους βοηθάει διαχειριστούν το άγχος τους.

  • Αγχώδης/Αμφίθυμη προσκόλληση 

Το κύριο χαρακτηριστικό της αγχώδους-αμφίθυμης προσκόλλησης είναι οι έντονες αντιφάσεις σε μία σχέση. Όπως σε όλες τις περιπτώσεις ανασφαλούς προσκόλλησης, η ρίζα αυτού του είδους προσκόλλησης είναι η ύπαρξη γονέων που στέλνουν αντιφατικά μηνύματα. Ως παιδιά, ποτέ δεν ήξεραν τι να περιμένουν από εκείνους.

Όταν τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει με τέτοιους γονείς, γίνουν ενήλικες, δείχνουν μια πολύ έντονη ανάγκη για εγγύτητα και αγάπη. Οι σχέσεις τους με άλλους ανθρώπους είναι πολύ έντονες. Δείχνουν εξάρτηση, ανάγκη έγκρισης και υπερβολική ευαισθησία στην απόρριψη.

Όταν δημιουργούν μια σχέση, είναι δύσκολο να σταματήσουν να υποψιάζονται ότι κάτι θα πάει στραβά και είναι, μονίμως, καχύποπτοι και ανασφαλείς. Επικεντρώνονται πάρα πολύ στα προβλήματα και τα αρνητικά της σχέσης τους, παρά στις θετικές πτυχές της. Όλες οι σχέσεις που διαμορφώνουν τους προκαλούν άγχος, το οποίο τους οδηγεί στο να έχουν τάσεις φυγής, τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά, με τη χρήση ουσιών και τον αυτοτραυματισμό.

  • Αγχώδης προσκόλληση με αποφυγή

Στην αγχώδη προσκόλληση με αποφυγή, το πιο επιφανές χαρακτηριστικό είναι η δυσκολία δημιουργίας στενών και ουσιαστικών σχέσεων, με αποτέλεσμα βαθύ συναισθηματικό πόνο. Αυτοί οι άνθρωποι τείνουν να αναπτύσσουν ψευδή αυτονομία. Είναι ανεξάρτητοι, αλλά, ταυτόχρονα, μπαίνουν σε κατάσταση άγχους, όταν αισθάνονται ότι κάποιος τους πλησιάζει συναισθηματικά.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Φόβος δέσμευσης: Τι είναι, πού οφείλεται και πώς αντιμετωπίζεται


Είναι πολύ δύσκολο για αυτούς να αναγνωρίσουν τα συναισθήματά τους. Μερικές φορές, λένε ότι ενδιαφέρονται για κάτι, αλλά η στάση τους δείχνει απροθυμία. Ή, μερικές φορές, το αντίθετο – δείχνουν ότι δεν ενδιαφέρονται για κάποιον ή κάτι, αλλά η συμπεριφορά τους αποκαλύπτει το αντίθετο. Δεν το κάνουν σκόπιμα, απλά δυσκολεύονται στο να προσδιορίσουν τα συναισθήματά τους.

Γενικά, τα άτομα με αυτού του είδους την προσκόλληση, ανατράφηκαν από συναισθηματικά ψυχρούς και απόμακρους γονείς. Δεν έλαβαν υποστήριξη από εκείνους, όταν τη χρειάζονταν περισσότερο από ποτέ. Οι συναισθηματικά απόμακροι γονείς, συνήθως, δικαιολογούν τη συμπεριφορά τους με την ιδέα ότι η ψυχρότητα που δείχνουν, θα ωθήσει το παιδί να είναι υπεύθυνο και ανεξάρτητο. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι, όταν οι άνθρωποι μεγαλώνουν έτσι, μαθαίνουν να μην εμπιστεύονται τους άλλους. Δεν πιστεύουν ότι κάποιος μπορεί να τους υποστηρίξει ή να τους βοηθήσει.

Όλες αυτές οι μορφές ανασφαλούς προσκόλλησης οδηγούν σε περιορισμούς, αργότερα, στη ζωή, ειδικά συναισθηματικούς. Αλλά είναι δυνατόν να αλλάξουν τα μοτίβα σχέσεων, μέσω της συνειδητοποίησης της συμπεριφοράς, των αιτιών και των συνεπειών της. Με αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι μπορούν να ξεπεράσουν τα ζητήματα προσκόλλησης και να ζήσουν μια πιο ικανοποιητική συναισθηματική ζωή.

Συντάκτης: Ευρυδίκη Αγάτσα,

Influence:

Αρθρογράφος του flowmagazine.gr.