Edouard Manet – Dejeuner sur l’ herbe – Γυρίζοντας Σελίδα στην Ιστορία της Τέχνης
Το “Le Dejeuner sur l’ Herbe” (στα ελληνικά “Το Γεύμα στο Γρασίδι”) είναι ένα έργο τέχνης του Edouard Manet ενός από τους πιο φημισμένους μοντέρνους καλλιτέχνες όλων των εποχών, με πολλά άλλα επίσης τολμηρά και διάσημα έργα όπως την “Olympia”. Το Γεύμα στο Γρασίδι, που τελειοποιήθηκε το 1863, είναι ένα από τα πολλά και πιο σημαντικά στολίδια του Musee d’ Orsay του Παρισιού. Αυτό το έργο τέχνης είναι σίγουρα ένα από τα πιο ικανά έργα που θα μπορούσαν να εκπροσωπήσουν τη Μοντέρνα Τέχνη. Είναι ένας πολύ επαναστατικός πίνακας που παράλληλα είναι ιδιαίτερα ρεαλιστικός μέσα από την επιπεδότητα των φιγούρων του.
Τα σκούρα χρώματα δεσπόζουν στο τοπίο που απεικονίζει ο Manet ενώ τα λαμπερά σώματα των γυναικείων φιγούρων φωτίζουν το άγρια φυσικό τοπίο με το οποίο εναρμονίζονται τέλεια οι δυο άντρες. Είναι προφανές ότι το κύριο θέμα του πίνακα είναι η τριμελής παρέα και αμέσως μετά η αέρινη γυναικεία μορφή στο βάθος που μοιάζει λες και βγήκε από άλλον πίνακα της εποχής. Η κεντρική τοποθέτηση της παράξενης παρέας που αποτελείται από δυο άντρες ντυμένους κανονικά και μια ολόγυμνη γυναίκα αναγκάζει το θεατή να στρέψει το βλέμμα του σε αυτούς και αργότερα στην πιο συμβατική γυναίκα που βρίσκεται στο βάθος σχεδόν στο σημείο εκμηδενίσεως και φαίνεται να κάνει μπάνιο σε μια λίμνη. Στο πλαίσιο της κύριας δράσης, ο άντρας της δεξιάς πλευράς μιλάει στην παρέα του, ενώ η γυναίκα και ο άντρας που κάθονται απέναντί του τον αγνοούν κοιτώντας αλλού. Τα ρούχα της βρίσκονται πεταμένα δίπλα από το καλάθι που περιείχε το γεύμα τους, στο αριστερό μέρος του πίνακα. Οι τρεις τους κάθονται σε ένα απόμακρο και σκιερό, σχεδόν κρυφό μέρος του δάσους καθώς στο βάθος τα απαλά, ονειρικά χρώματα ανοίγουν αποκαλύπτοντας ίσως την επέκταση της λίμνης και μην αφήνοντας το θεατή να μπορέσει να προσδιορίσει την τοποθεσία. Η τεχνική που χρησιμοποίησε ο καλλιτέχνης είναι λάδι σε μουσαμά (oil on canvas). Aποδείχτηκε άριστη επιλογή για να αποδώσει το ιμπρεσιονιστικό στυλ του πάνω σε διαστάσεις σχεδόν αφύσικες για την εποχή, για μια τέτοια θεματολογία (ύψος 208 cmκαι πλάτος 264.5 cm). Οι διαστάσεις όμως αυτές κάνουν τη σύλληψη της φευγαλέας επίδρασης του φυσικού φωτός πάνω στο τοπίο ιδιαίτερα εντυπωσιακή προσκαλώντας το θεατή να χαθεί μέσα στην απεικόνιση της ανθρώπινης αρμονικής παρουσίας στη φύση.
Η τολμηρότητά και επαναστατικότητά του “Dejeuner sur l’ herbe” φαίνονται πιο καθαρά από το ρίσκο του καλλιτέχνη να απεικονίσει την μπροστινή γυναίκα με έναν ασυνήθιστα ωμό τρόπο επισημαίνοντας το γεγονός ότι δεν είναι αλληγορία, μούσα ή νύμφη (όπως συνηθιζόταν μέχρι τότε να δικαιολογείται η γύμνια στα πορτραίτα γυναικών), αλλά μια πραγματική, αληθινή, γυμνή γυναίκα που έχει το ‘‘θράσος’’ να κοιτά το θεατή κατάματα. H γύμνια της δεν απασχολεί ούτε εκείνη ούτε και τους άντρες της παρέας της. Eίναι ίσως και περήφανη για αυτήν αφού κάθεται ανάμεσά τους και είναι μέλος της παρέας τους, απολαμβάνοντας ένα γεύμα στο γρασίδι μαζί τους. Η γυναίκα στο βάθος επισημαίνει στο θεατή πως αυτή και η άλλη γυναίκα διαφέρουν. Εκείνη ανήκει μάλλον στο παρελθόν, είναι το οποιοδήποτε μοντέλο που απεικονίζεται αιώνες τώρα να στέκεται ή να δρα αμέριμνη, μη δίνοντας σημασία στο περιβάλλον της. Είναι ίσως η οποιαδήποτε μυθική παρουσία που προστατεύει και αντιπροσωπεύει τις πράξεις των αντρών. Ίσως και όχι. Αυτή τη φορά χάρη στην παρουσία της ολόγυμνης γυναίκας, ο ρόλος της μπορεί να είναι ενεργητικός. Ίσως απελευθερώθηκε από τα δεσμά της και είναι κι εκείνη μέλος της παρέας και χάρη στην απόλυτη ελευθερία της παρέας του πίνακα έχει την άνεση να απομακρυνθεί και να απολαύσει τη φύση μόνη της. Το αισθησιακά όμορφο αυτό έργο είναι τόσο πρωτοποριακό που τολμά να δώσει έμφαση και να υπογραμμίσει τη σεξουαλικότητά του, επιδεικνύοντάς την στο θεατή που και να θέλει δεν μπορεί να μην την προσέξει. Το μέγεθός του παίζει κι αυτό έναν πολύ σημαντικό ρόλο καθώς τόσο μεγάλοι καμβάδες χρησιμοποιούνταν για την απεικόνιση πιο ‘‘ένδοξων’’ θεμάτων. Καλώς ή κακώς ο πίνακας αυτός σόκαρε, σκανδάλιζε, εξίταρε και εξόργιζε πλήθη φιλότεχνων της εποχής και κατάφερε να μείνει στην ιστορία παρά τις αντιρρήσεις πολλών ‘‘εξειδικευμένων’’.
Το έργο αυτό ήταν τόσο μοντέρνο για την εποχή του που φυσικά από πολλούς απορρίφθηκε, μισήθηκε, κοροϊδεύτηκε, απαξιώθηκε, γι’ αυτό και δεν έγινε αποδεκτό από το Salon του 1863. Όταν όμως συμπεριλήφθηκε στα έργα του Salon de Refuses με τον τίτλο “Le Bain”τότε έγινε επίσημα σημείο αναφοράς και βασικά ένα από τα πιο μοντέρνα έργα τέχνης στην ιστορία που ευτυχώς έδωσε έμπνευση σε αμέτρητους καλλιτέχνες και πολλά κινήματα. Ο μοντερνισμός στην τέχνη ξεκίνησε από διάφορα εξίσου ‘‘ανορθόδοξα’’, ‘‘λανθασμένα’’, ‘‘ελλιπή’’ και ‘‘απαγορευμένα’’ έργα (όπως θα χαρακτηρίζονταν τότε) και όλα μαζί έκαναν τη διαφορά καταφέρνοντας να γυρίσουν σελίδα στην ιστορία της τέχνης, όμως έστω κι ένα να έλειπε η τέχνη δε θα είχε επηρεάσει τόσο δραστικά τη ζωή των ανθρώπων και την ιστορία του κόσμου.