Ξεχωριστή δράση για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στη χώρας μας εφαρμόζει η αστική μη κερδοσκοπική οργάνωση Monumenta. Μιλάει στο …
Διατηρητέα κτήρια της Αθήνας και η ιστορία τους
Πολλά από τα ιστορικά κτήρια της παλιάς Αθήνας δεν υπάρχουν πλέον, καθώς θυσιάστηκαν στον βωμό της ανοικοδόμησης και της αντιπαροχής. Ορισμένα από αυτά όμως έχουν διατηρηθεί, διασώζοντας ίχνη μίας άλλης Αθήνας, διαφορετικής από αυτήν που γνωρίζουμε, την οποία, δυστυχώς, δεν προλάβαμε να ζήσουμε.
Αν πέσει στα χέρια μας μία φωτογραφία της Αθήνας τραβηγμένη περίπου ογδόντα χρόνια πριν και μία της σημερινής εποχής, αυτό που θα διαπιστώσουμε θα μας εκπλήξει. Τα περισσότερα κτήρια του τότε ήταν νεοκλασικά, με μεγάλους κήπους και μαρμάρινες αυλές. Το μόνο που βλέπουμε σήμερα είναι άχαρες, πανομοιότυπες πολυκατοικίες. Οι δρόμοι τότε δεν κατακλύζονταν από αυτήν την τρομερή βαβούρα που ακούμε σήμερα, αλλά από ήχους προ πολλού ξεχασμένους.
Βίλα Κλωναρίδη
(Πάρκο Κλωναρίδη-Φιξ, Τσίλλερ, Καυταντζόγλου και Πατησίων)
Η έπαυλη της οικογένειας Ερρίκου Κλωναρίδη λέγεται πως χτίστηκε το διάστημα 1900-1902, όταν η Πατησίων ήταν αραιοκατοικημένη, γεμάτη με κήπους και χωράφια. Στο γειτονικό οικόπεδο ανεγέρθηκε το εργοστάσιο ζυθοποιίας και παγοποιίας της οικογένειας. Όταν το εργοστάσιο πέρασε στην ιδιοκτησία του Καρόλου Φιξ, η βίλα συνέχισε να κατοικείται από την οικογένεια Κλωναρίδη μέχρι και το 1999.
Φέρεται να έχει σχεδιαστεί από τον διάσημο αρχιτέκτονα της εποχής Ερνέστο Τσίλλερ, δημιουργό πολλών αρχιτεκτονικών αριστουργημάτων της Αθήνας. Η βίλα έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο κτήριο ως δείγμα του εκλεκτικισμού των αρχών του 20ού αιώνα. Ανήκει στον Δήμο Αθηναίων, που το 2000 κατεδάφισε το εργοστάσιο.
Δυστυχώς, παρ’ όλο που η βίλα γλίτωσε, η σημερινή της μορφή αποκαλύπτει την αδιαφορία και την εγκατάλειψη. Από τη συνύπαρξη του εργοστασίου του Φιξ και της βίλας Κλωναρίδη, προέκυψε το όνομα του σημερινού πάρκου, που και αυτό ρημάζει ανεκμετάλλευτο.
Οικία Μαρίας Κάλλας
(Πατησίων 61)
Το 1937, μετά τον χωρισμό των γονιών της, η Μαρία Κάλλας ήλθε στην Αθήνα, όπου έμεινε με τη μητέρα και την μεγαλύτερη αδελφή της σε αυτήν την οικία στην Πατησίων μέχρι και το 1945, οπότε επέστρεψε στη Νέα Υόρκη.
Πρόκειται για ένα επιβλητικό κτήριο, γνωστό και ως πολυκατοικία Παπαλεονάρδου ή βίλα Σκαραμαγκά. Οικοδομήθηκε γύρω στα 1925 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Κιτσίκη με μορφολογικές επιρροές από το ρεὐμα Αρ Νουβό.
Η κατοικία της Κάλλας από το 1989 έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο ιστορικό και αρχιτεκτονικό μνημείο των νεότερων χρόνων. Η υψίφωνος Βάσω Παπαντωνίου διεξάγει εδώ και χρόνια αγώνα για τη διάσωση του κτηρίου και τη μετατροπή του σε Ακαδημία Λυρικής Τέχνης που θα φέρει το όνομα της μεγάλης σοπράνο. Το 2018 η κυριότητα του κτηρίου περιήλθε στον ΕΦΚΑ με σκοπό να προχωρήσει η συντήρησή του.
Οικία Κωστή Παλαμά
(Περιάνδρου 5, Πλάκα)
Το διώροφο κτήριο βρίσκεται πολύ κοντά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Οικοδομήθηκε τη δεκαετία του 1920 και φιλοξένησε την οικογένεια του Κωστή Παλαμά μέχρι και το θάνατό του στις 27 Φεβρουαρίου 1943. Ο ποιητής μετακόμισε εκεί και μοιράστηκε το οίκημα με άλλους ενοίκους όταν του έκαναν έξωση από το προηγούμενο σπίτι του στην οδό Ασκληπιού 3.
Παρά την εγκατάλειψη, το κτήριο θυμίζει την ένδοξη εποχή των νεοκλασικών σπιτιών του Μεσοπολέμου. Αν και έγιναν προσπάθειες να αγοραστεί από το κράτος ή από ιδιώτη χορηγό, αυτό δεν κατέστη δυνατό. Ανήκει σε ιδιώτη, ο οποίος την τελευταία στιγμή το γλίτωσε από πλειστηριασμό το 2011. Το Ίδρυμα «Κωστής Παλαμάς» στοχεύει στην αξιοποίηση του κτηρίου για τη στέγαση αρχειακού υλικού, καθώς και προσωπικών αντικειμένων του ποιητή, της αλληλογραφίας, των βιβλίων και των επίπλων του.
Οικία Ναπολέοντα Λαπαθιώτη
(Κουντουριώτου 23 και Οικονόμου 30, Εξάρχεια)
Η διώροφη οικία Λαπαθιώτη οικοδομήθηκε τη δεκαετία του 1870. Το νεοκλασικό κτήριο αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής των πρώτων χρόνων της βασιλείας του Γεωργίου Α’. Ο ποιητής, που αυτοκτόνησε το 1944, έζησε στο σπίτι αυτό για περισσότερα από σαράντα χρόνια και εκεί έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού του έργου.
Αν και το 1984 ανακηρύχθηκε διατηρητέο ιστορικό και αρχιτεκτονικό μνημείο των νεότερων χρόνων, στέκει ερειπωμένο και ετοιμόρροπο, ακολουθώντας τη θλιβερή μοίρα του αυτόχειρα ιδιοκτήτη του.