Μόλις τελειώσατε μια κοπιαστική μέρα στη δουλειά και θέλετε να χαλαρώσετε με ένα ποτήρι κρασί και μια καλή ταινία; Εμείς …
Chungking Express: Δύο ιστορίες αγάπης, ένα κοινό συναίσθημα και το Χονγκ Κονγκ των 90s
Μπορεί η 1η Μαΐου να είναι πολλούς μήνες μακριά από τώρα, αυτό όμως δε σημαίνει πως το Chungking Express του Γουόνγκ Καρ Γουάι, αν και ταινία του 1994, καθίσταται λιγότερο επίκαιρη εν έτη 2021. Γιατί, όπως ο αστυνομικός 223 υπογράφει την πρώην σχέση του με οριστική ημερομηνία λήξης την 1η Μαΐου, ελπίζοντας αυτή η λήξη στην πραγματικότητα να μην έρθει ποτέ, έτσι δεν αποκλείεται και η πλειονότητα των θεατών του Chungking Express στα θερινά σινεμά της χώρας, να έχουν αισθανθεί παρόμοιο συναίσθημα έστω μία φορά στη ζωή τους. Το συναίσθημα της ψευδαίσθησης και της πλαστής ελπίδας, πως μία σχέση είναι ακόμα ζωντανή, αν και η ημερομηνία λήξης της έχει αφήσει εδώ και μήνες την υπογραφή της.
Με το Chungking Express του 1994, την τρίτη ταινία μεγάλου μήκους στη σειρά των κινηματογραφικών του δημιουργιών As Tears Go By και The Days of Being Wild, ο Γουόνγκ Καρ Γουάι όχι μόνο στιγματίζει με αυτή του την ταινία μία ολόκληρη δεκαετία, αλλά και εγκαινιάζει ένα αντισυμβατικό κινηματογραφικό στυλ αφήγησης, δίνοντας νέα πνοή στις κλισέ χολιγουντιανές ερωτικές ιστορίες.
Δύο αστυνομικοί, δύο διαφορετικές ιστορίες αγάπης με κοινό παρονομαστή τη μοναξιά και την αναζήτηση του στιγμιαίου αντιδότου της σε μία πόλη αστραπιαίων ταχυτήτων, το Χονγκ Κονγκ της δεκαετίας του 90’. Πρώτη ιστορία, αυτή του αστυνομικού 223 (Τακέσι Κανεσίρο), ο οποίος στην προσπάθεια του να ξεπεράσει τον χωρισμό του καταναλώνει μανιωδώς κονσέρβες ανανά με ημερομηνία λήξης την 1η Μαΐου. Η απόφαση αυτή, όμως, είναι κάτι παραπάνω από ένα καθημερινό δείπνο. Γιατί, η 1η Μαΐου πέρα από την ημερομηνία λήξης της κονσέρβας συμβολίζει και την τελεσίδικη ημερομηνία λήξης της σχέσης του, τη μέρα των γενεθλίων του, τη μέρα που μία καινούργια περίοδος ξεκινά και δυστυχώς για εκείνον τη μέρα που θα σταματά να ελπίζει. Τη μέρα που θα αναγκαστεί να κάνει μία καινούργια αρχή.
Αυτή η αρχή δεν αργεί να ξεκινήσει, αφού κάποια βράδια αργότερα ελαφρώς μεθυσμένος σε ένα μπαρ αποφασίζει να ερωτευτεί την πρώτη γυναίκα που θα μπει. Αυτή, δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο αντίθετη με τον χαρακτήρα του. Πρόκειται για μία έμπορο διακίνησης ναρκωτικών (Μπριζίτ Λιν), της οποίας η ταυτότητα παραμένει όμως κρυφή χάρη σε μία ξανθιά περούκα, μία καπαρντίνα και ένα ζευγάρι γυαλιά ηλιού που φοράει κάθε ώρα της ημέρας.
Η δεύτερη ιστορία μπορεί μέχρι στιγμής να μοιάζει εντελώς ασύνδετη, αλλά ο Γουόνγκ Καρ Γουάι καταφέρνει με μία σκηνή ενός λεπτού να εξαφανίσει κάθε είδους αμηχανία που πιθανώς να συνέβαινε σε ένα παρόμοιο κινηματογραφικό σύμπαν. Έτσι, με το συμπτωματικό άγγιγμα του αστυνομικού 223 και με την προσφάτως εργαζόμενη σερβιτόρα του Midnight Express, στο οποίο συχνάζει καθημερινά, εγκαινιάζεται το ξεκίνημα και της δεύτερης ιστορίας. Γιατί, εκεί τυχαίνει να συχνάζει πέρα από τον αστυνόμο 223 και ο αστυνομικός νούμερο 663 (Τόνι Λίουνγκ), αλλά και να δουλεύει εκεί και το άτομο που του μαγνητίζει το ενδιαφέρον, η νεαρή σερβιτόρα του Midnight Express, Φέι (Φέι Γουόνγκ).
Δουλεύοντας, όμως, βάρδιες στο Midnight Express εκτός από σερβιτόρα η Φέι τυχαίνει να γίνεται και άθελα της παραλήπτης ενός αποχαιρετιστήριου γράμματος, που εκτός από δυσάρεστες στο άκουσμα λέξεις περιέχει και τα κλειδιά ενός διαμερίσματος. Το διαμέρισμα δεν είναι άλλο από αυτό του αστυνομικού νούμερο 663 και ο αποστολέας του γράμματος δεν είναι άλλος από την πρώην του αγαπημένη. Και έτσι τα κλειδιά καταλήγουν να στέκονται πέρα από αφορμή για τη Φέι να κάνει μικρές καθημερινές αλλαγές στο διαμέρισμα του αστυνομικού 663 τις ώρες που λείπει από το σπίτι και ένας τρόπος για την ντροπαλή σερβιτόρα να κάνει έμμεσα αισθητή την παρουσία της στη ζωή του και εν τέλει να τον κάνει… Να την ερωτευτεί.
Βέβαια, όπως σε όλες τις ταινίες του Γουόνγκ Καρ Γουάι, έτσι και στο Chungking Express η θεματική του ανεκπλήρωτου έρωτα και των μελαγχολικών ήρωων αποτελεί απλώς την επιφάνεια, που επειδή ακριβώς αποτελεί ένα σύνηθες σενάριο στις περισσότερες χολιγουντιανές και μη ταινίες, χρησιμοποιείται και ως η μαγική συνταγή προσέλκυσης του κοινού.
Ο Γουόνγκ Καρ Γάι, όμως, πάει το τετριμμένο σενάριο λίγα βήματα παρα πέρα και εκεί ακριβώς αποδίδεται και ο μαγνητισμός που προκαλεί. Στο Chungking Express συγκεκριμένα, το χάος ενός αστικού κέντρου, η ασφυκτικά γρήγορη ταχύτητα φωτός με την οποία κινούνται οι κάτοικοι, τα neon φώτα στις βραδινές σκηνές, όπως και οι εναλλαγές της φορητής κάμερας από αργή σε γρήγορη κίνηση είναι όλα στοιχεία που συντελούν το τέλειο περίβλημα του σύχρονου μοναχικού ανθρώπου. Του ανθρώπου αυτού που σε μία πόλη εκατομμυρίων, επιλέγει είτε να απομονωθεί ως μία μορφή αυτοάμυνας, είτε επειδή του είναι απλώς βολικό. Ο σύγχρονος άνθρωπος, όπως και οι ήρωες της ταινίας προτιμά πολλές φορές να εμμένει σε μία σχέση που ήδη έχει σφραγιστεί με ημερομηνία λήξης, όπως οι κονσέρβες ανανά που καταναλώνει καθημερινά ο αστυνόμος 223, καθώς έτσι παραμένει κάτοικος ενός ιδεατού ονείρου. Εκείνου του ονείρου, που όλα πάνε σύμφωνα με τα θέλω του και τους ακριβείς προΰπολογισμούς του. Όπως, λοιπόν, και στο Chungking Express η πάρoδος του χρόνου είναι έννοια απροσδιόριστη που άλλοτε συστέλλεται και άλλοτε διαστέλλεται, έτσι και στη σύγχρονη πραγματικότητα τα χρόνια σε ένα αστικό κέντρο περνούν ασυναίσθητα γρήγορα μετατρέποντας τελικά την αστική μοναξιά από ένα πιθανό μέλλον σε ένα χειροπιαστό παρόν.
Ο σύχρονος άνθρωπος καταλήγει, όπως και οι πρωταγωνιστές της ταινίας, σε ένα ταχυφαγείο μίας πόλης εκατομμυρίων να ελπίζει για εκείνον τον έναν. Εκείνος ο ένας, όμως, έχει ήδη αποδράσει και δεν πρόκεται να ξαναγυρίσει. Ο φόβος, βέβαια, τον ποικίλων επιλογών και τη μετατροπή μίας δεύτερης απογοήτευσης σε πιθανή πραγματικότητα είναι και αυτό που θέτει τον σύγχρονο άνθρωπο αιχμάλωτο της αστικής μοναξιάς. Είναι αυτό, που τον θέτει δέσμιο του εαυτού του. Αντί, όμως, να συνεχίσουμε να μιλάμε στο σαπούνι μας όπως ο αστυνόμος 663, είναι ώρα να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε τη μελωδία του California Dreaming των The Mamas and the Papas, του αγαπημένου τραγουδιού της Φέη, στο παρασκήνιο και να θυμίζουμε στον εαυτό μας πως το όνειρο και η ελπίδα παρά τα πεταμένα κονσερβοκούτια και ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα, είναι ακόμα εδώ.




























