«Μπολιβάρ» του Νίκου Εγγονόπουλου

Συντάκτης: Βασιλική Κιούπη

Το ποίημα «Μπολιβάρ» του Νίκου Εγγονόπουλου αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας και γράφεται κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, στα χρόνια του πιο βίαιου σκοταδιού για τον ελληνικό λαό. 

Πρόκειται για μια εκτενή ποιητική σύνθεση που, με αφετηρία την ιστορική φυσιογνωμία του λατινοαμερικανού ήρωα Σιμόν Μπολιβάρ, αναπτύσσει έναν ύμνο στην ελευθερία, την ηθική δύναμη του ανθρώπου και την υπέρβαση κάθε εξωτερικού και εσωτερικού περιορισμού.

Μπολιβάρ

[…]

Μπολιβάρ! Κράζω τ’ όνομά σου ξαπλωμένος
στην κορφή του βουνού Έρε,
Την πιο ψηλή κορφή της νήσου Ύδρας.
Από δω η θέα εκτείνεται μαγευτική μέχρι των νήσων
του Σαρωνικού, τη Θήβα,
Μέχρι κει κάτω, πέρα απ’ τη Μονεβασιά, το τρανό
Μισίρι,
Αλλά και μέχρι του Παναμά, της Γκουατεμάλα, της
Νικαράγκουα, του Οντουράς, της Αϊτής,
του Σαν Ντομίγκο, της Βολιβίας,
της Κολομβίας, του Περού, της Βενεζουέλας,
της Χιλής, της Αργεντινής, της Βραζιλίας,
Ουρουγουάη, Παραγουάη, του Ισημερινού,
Ακόμη και του Μεξικού.
Μ’ ένα σκληρό λιθάρι χαράζω τ’ όνομά σου πάνω στην
πέτρα, νάρχουνται αργότερα οι ανθρώποι να προσκυνούν.
Τινάζονται σπίθες καθώς χαράζω ― έτσι είτανε, λεν, ο
Μπολιβάρ ― και παρακολουθώ
Το χέρι μου καθώς γράφει, λαμπρό μέσα στον ήλιο.

Είδες για πρώτη φορά το φως στο Καρακάς. Το φως το δικό σου,
Μπολιβάρ, γιατί ώς νάρθης η Νότια Αμερική
ολόκληρη είτανε βυθισμένη στα πικρά σκοτάδια.
Τ’ όνομά σου τώρα είναι δαυλός αναμμένος, που φωτίζει
την Αμερική, και τη Βόρεια και τη Νότια, και την οικουμένη!
Οι ποταμοί Αμαζόνιος και Ορινόκος πηγάζουν από τα μάτια σου.
Τα ψηλά βουνά έχουν τις ρίζες στο στέρνο σου,
Η οροσειρά των Άνδεων είναι η ραχοκοκκαλιά σου.
Στην κορφή της κεφαλής σου, παλληκαρά, τρέχουν
τ’ ανήμερα άτια και τ’ άγρια βόδια,
Ο πλούτος της Αργεντινής.
Πάνω στην κοιλιά σου εκτείνονται οι απέραντες φυτείες του καφφέ.

Σαν μιλάς, φοβεροί σεισμοί ρημάζουνε το παν,
Από τις επιβλητικές ερημιές της Παταγονίας
μέχρι τα πολύχρωμα νησιά,
Ηφαίστεια ξεπετιούνται στο Περού και ξερνάνε
στα ουράνια την οργή τους,
Σειούνται τα χώματα παντού και τρίζουν
τα εικονίσματα στην Καστοριά,
Τη σιωπηλή πόλη κοντά στη λίμνη.
Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας.

Σε πρωτοσυνάντησα, σαν είμουνα παιδί,
σ’ ένα ανηφορικό καλντιρίμι του Φαναριού,
Μια καντήλα στο Μουχλιό φώτιζε το ευγενικό πρόσωπό σου.
Μήπως νάσαι, άραγες, μια από τις μύριες μορφές που πήρε,
κι άφησε, διαδοχικά, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος;

Ν. Εγγονόπουλος, Μπολιβάρ,  Ποιήματα, B΄, Ίκαρος 1977.

Ο Εγγονόπουλος δεν επιλέγει τυχαία τον Σιμών Μπολιβάρ ως κεντρική μορφή του έργου του. Ο Μπολιβάρ, ηγετική μορφή των αγώνων ανεξαρτησίας στη Νότια Αμερική, μετατρέπεται στο ποίημα σε διαχρονικό σύμβολο της ελευθερίας και της αντίστασης. Ωστόσο, η χρήση ενός μη Έλληνα ήρωα και η ταυτόχρονη απόδοση σ’ αυτόν του χαρακτηρισμού «ωραίος σαν Έλληνας» δημιουργεί μια δημιουργική ένταση και ειρωνική πρόκληση: ο ποιητής αποσυνδέει την έννοια της ελληνικότητας από την καταγωγή και την εντάσσει σε μια πνευματική, ηθική και αισθητική διάσταση. Η ελευθερία και η ανδρεία δεν ανήκουν αποκλειστικά σε ένα έθνος, αλλά σε κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται ηθικά, γενναία και αυτόνομα.

Το ποίημα είναι γραμμένο σε ελεύθερο στίχο και χαρακτηρίζεται από ασύνδετες σκηνές και φαινομενικά ετερόκλητα σύμβολα: καράβια, φανάρια, άδεια βαρέλια, ποτάμια, ηφαίστεια, μυθικές μορφές. Ο ποιητής, με αυτή την τεχνική, επιχειρεί να υπερβεί τον ρεαλισμό της απόγνωσης και να αγγίξει μια βαθύτερη ποιητική αλήθεια. Η αποσπασματικότητα και το όνειρο λειτουργούν ως εργαλεία απόδρασης από την ιστορική βαρβαρότητα και ως άνοιγμα προς έναν πνευματικό κόσμο, όπου η ελπίδα δεν είναι μόνο επιθυμητή αλλά και επιτεύξιμη.

Παρά τη φαινομενική ασάφεια των εικόνων, η ιδεολογική στόχευση του ποιήματος είναι σαφής. Ο ποιητής αναζητά όχι έναν ήρωα που ανήκει σε κάποιο ένδοξο εθνικό παρελθόν, αλλά έναν παγκόσμιο τύπο ανθρώπου, έναν ελεύθερο μαχητή που ξεπερνά την υποταγή όχι μόνο στους κατακτητές αλλά και σε κάθε μορφή κοινωνικής και πολιτικής αλλοτρίωσης. 

Η κορύφωση του ποιήματος έρχεται με την απαγγελία του ονόματος «Μπολιβάρ» από την κορυφή του βουνού Έρε, της Ύδρας — τοποθεσία συμβολική και για τον ίδιο τον ποιητή. Από εκεί, ο ποιητής αγκαλιάζει οπτικά και πνευματικά ολόκληρο τον κόσμο: από τη Θήβα και τη Μονεμβασιά, μέχρι τον Παναμά, το Περού και τη Βενεζουέλα. Έτσι, ο Εγγονόπουλος συνδέει τον ελληνικό χώρο με τις χώρες του αγώνα του Μπολιβάρ και, κυρίως, με το καθολικό μήνυμα της ελευθερίας. Η οικουμενικότητα του οράματός του μετατρέπεται σε ποιητική πράξη, όταν χαράζει το όνομα του ήρωα πάνω στην πέτρα, ώστε «νάρχουνται αργότερα οι ανθρώποι να προσκυνούν». Αυτή η ποιητική εγγραφή γίνεται συμβολικό ανάθημα στην ανθρωπότητα, που έχει ανάγκη από αληθινά παραδείγματα ελευθερίας.

Η γλώσσα του ποιήματος είναι απλή και καθημερινή, άλλοτε μεγαλόπρεπης και λιτή, άλλοτε με έντονα εικονοπλαστικά και μυθικά χαρακτηριστικά. 

Ο υπερρεαλισμός του Εγγονόπουλου δεν αποβλέπει στη γλωσσική και αισθητική ανατροπή για τον εντυπωσιασμό, αλλά αξιοποιείται ως τρόπος να παρακαμφθεί ο στεγνός ρεαλισμός και να προσεγγιστεί η ουσία της ανθρώπινης εμπειρίας. Η ειρωνεία, η υπερβολή και οι ξαφνικές μετατοπίσεις από τον προσωπικό στον συλλογικό λόγο, από το ελληνικό στο παγκόσμιο, από το παρόν στο αιώνιο, κάνουν το ποίημα ένα έργο εξαιρετικά μοντέρνο και επίκαιρο μέχρι σήμερα.

Τελικά, ο Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου δεν είναι ένας ιστορικός ύμνος σε κάποιον περασμένο ηγέτη, αλλά ένα κάλεσμα αφύπνισης, ένα αίτημα για επαναπροσδιορισμό της ελευθερίας, της γενναιότητας και της ηθικής ανεξαρτησίας. Η σύνθεση αυτή λειτουργεί ως ποιητικό μανιφέστο, που προβάλλει την τέχνη ως μέσο αντίστασης και τον ήρωα ως αιώνιο πρότυπο ελεύθερου ανθρώπου. Ο Μπολιβάρ γίνεται η προσωποποίηση μιας αρετής που δεν έχει σύνορα: της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Συντάκτης: Βασιλική Κιούπη,

Influence:

Η Βασιλική Κιούπη εργάζεται ως φιλόλογος και αρθρογράφος και είναι υποψήφια διδάκτορας Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου…